«...τον τε μηδέν τώνδε μετέχοντα, ουκ απράγμονα, αλλ' αχρείον νομίζομεν...»

Τετάρτη 12 Δεκεμβρίου 2012

Η αλήθεια που δεν θέλουμε να δούμε

Στην Ελλάδα έχουμε εμποτιστεί από τα γεννοφάσκια μας σε μια συμπλεγματική νοοτροπία, που μας κάνει να πιστεύουμε πρώτον, πως είμαστε οι πρώτοι και οι πιο μάγκες στον πλανήτη και όλοι οι άλλοι μας χρωστάνε και δεύτερον, πως επειδή είμαστε τόσο μάγκες και έξυπνοι, οτιδήποτε στραβό μας συμβαίνει δεν οφείλεται στις δικές μας βλακείες, αλλά σε κάποιους ξένους που άλλη δουλειά δεν έχουν παρά να κοιμούνται και να ξυπνούν ψάχνοντας τρόπους για να τη φέρουν στον... ογκόλιθο της διεθνούς πολιτικής και της παγκόσμια οικονομίας που λέγεται Ελλάς. Το ότι μετά από μερικές χιλιάδες χρόνια ιστορίας κι ένα σωρό βλακώδεις επιλογές, εμφύλιους σπαραγμούς και συνεχή εσωτερική υπονόμευση καταφέραμε από κυρίαρχοι της Μεσογείου να συρρικνωθούμε σ' ένα μικρό κράτος μόλις 11 εκατομμυρίων, με ασήμαντη οικονομία και ασήμαντη πολιτική επιρροή δεν μας λέει τίποτα. Φταίνε «οι ξένοι», πάει τελείωσε!...

Με αυτήν ακριβώς τη νοοτροπία αντιμετωπίζουμε και τη συμφορά που μας βρήκε τα τελευταία τρία χρόνια, για την οποία έχουμε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι φταίνε οι ξένοι που δεν μας χαρίζουν σε μόνιμη βάση λεφτά, γιατί αν μας τα δανείζουν για να καλύψουμε τα ελλείμματα μας, ακόμα και με ελάχιστο επιτόκιο, είναι εξ ορισμού «τοκογλύφοι». Εμείς δε κλέβουμε το κράτος, δεν έχουμε σπάταλο δημόσιο, δεν κάνουμε ό,τι μπορούμε για ν' αποτρέψουμε τις επενδύσεις, δεν καταστρέφουμε το περιβάλλον, δεν έχουμε διαφθορά και γραφειοκρατία, δεν έχουμε καθόλου αργόσχολους που μισθοδοτούνται με δημόσιο χρήμα και είμαστε απλώς θύματα των κακών ξένων. Που έχουν το σατανικό σχέδιο να μας υποχρεώσουν να παίρνουμε χαμηλούς μισθούς για να επενδύσουν μετά εδώ και να έχουν υπερκέρδη (το γιατί επενδύουν σε χώρες με πολύ υψηλούς μισθούς δεν μας το εξηγούν, προφανώς γίνεται γιατί ειδικά εμάς μας... αντιπαθούν και ευχαριστιούνται να μας βλέπουν χαμηλόμισθούς).

Βεβαίως οι μισθοί πέφτουν δραματικά και οι επενδύσεις όχι μόνο δεν έρχονται, αλλά φεύγουν κι αυτές που υπήρχαν με τους ψηλότερους προηγούμενους μισθούς και για όλα φταίει τελικά η κακιά τρόικα (σαν την κακιά μάγισσα των παραμυθιών), που μας επιβάλλει ένα πρόγραμμα που «δεν βγαίνει». Το γεγονός ότι δεν βγαίνει γιατί τελικά εμείς έχουμε επιλέξει τη συγκεκριμένη κατεύθυνση και δεν θέλουμε να εφαρμόσουμε άλλα μέτρα που πρότειναν οι ξένοι (κι εφαρμόζουν και στις δικές τους χώρες) πριν τη μείωση μισθών και συντάξεων και την αλματώδη αύξηση των φόρων δεν το αναφέρει κανείς. Κι όμως μόλις αυτήν την εβδομάδα η τρόικα αποδέχτηκε να μη γίνει μία συμφωνημένη στο μνημόνιο αύξηση τιμών, επειδή το κράτος πέτυχε ισοδύναμο αποτέλεσμα με αυτό που υπαγορεύει η κοινή λογική: το κυνήγι των κλεφτών, που επιβαρύνουν τους έντιμους.

Με το νέο χρόνο επρόκειτο να αυξηθούν τα εισιτήρια στις αστικές συγκοινωνίες της Αθήνας, που ήταν μονίμως ελλειμματικές. Και, ω του θαύματος, μόλις το ελληνικό κράτος άρχισε να κάνει αυτό που κάνουν όλα τα πολιτισμένα κράτη του κόσμου, να κάνει ελέγχους για να κυνηγήσει τους τζαμπατζήδες, τα έσοδα των συγκοινωνιακών φορέων αυξήθηκαν παρά τη μείωση της επιβατικής κίνησης (λόγω της κρίσης και της ανεργίας), κάλυψαν τα ελλείμματα και η τρόικα, που υποτίθεται ότι επιβάλλει τις αυξήσεις, δέχτηκε φυσικά να μη γίνει η αύξηση της τιμής των εισιτηρίων, αφού το ζητούμενο δεν ήταν η αύξηση, αλλά η εξαφάνιση του ελλείμματος. Η αύξηση μετατέθηκε για το φθινόπωρο, οπότε θα ελεγχθούν πάλι τα νούμερα κι αν το αποτέλεσμα εξακολουθεί να είναι θετικό (στην πράξη δηλαδή, αν εξακολουθήσουμε τους ελέγχους και δεν ατονήσουν!) θα ματαιωθεί. Εξίσου σημαντικό δε, είναι ότι υπάλληλοι που γέμιζαν τα γραφεία των συγκοινωνιακών φορέων και κινδύνευαν με απολύσεις, θα αξιοποιηθούν τώρα στους ελέγχους, εξασφαλίζοντας έσοδα για τις συγκοινωνίες και δουλειά γι' αυτούς.

Αυτήν την εβδομάδα, όμως, δόθηκε απάντηση και σ' έναν άλλο μύθο, αυτόν που θέλει τις υψηλότερες τιμές προϊόντων στην Ελλάδα σε σχέση με άλλες χώρες να οφείλονται μόνο στα «καρτέλ» και τους «κερδοσκόπους» (που προφανώς μόνο την Ελλάδα έχουν ως στόχο στα σχέδιά τους!) και όχι στις εγγενείς αδυναμίες της ελληνικής κοινωνίας, τις οποίες οι ίδιοι οι Έλληνες δημιούργησαν. Στο πλαίσιο, λοιπόν, της συμφωνίας που υπογράφηκε με τον ΟΟΣΑ για την παροχή τεχνικής βοήθειας για την καταπολέμηση της γραφειοκρατίας ανακοινώθηκε ότι το κόστος της γραφειοκρατίας ανέρχεται στην Ελλάδα στο 6,8% του ΑΕΠ, αντί για 3,5% που είναι ο μέσος όρος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Και διαβάσαμε ότι οι επιχειρήσεις στην Ελλάδα αναγκάζονται να δίνουν ετησίως 2 δισεκατομμύρια ευρώ για να καλύψουν τη δαπάνη που προκύπτει από γραφειοκρατικά εμπόδια (χωρίς να υπολογίζουμε και αυτά που χρειάζεται να δίνουν σε κάθε είδους λαδώματα, τα οποία καμία μελέτη δεν μπορεί να υπολογίσει!) Και μετά μας εκπλήσσει το ότι οι επιχειρήσεις περνούν αυτό το κόστος στις τιμές τους, λες και θα το πλήρωνε κάποιος άλλος! Αλλά βέβαια εμάς μας χρωστάει όλη η υφήλιος...

Σάββατο 24 Νοεμβρίου 2012

Οικονομικός ρατσισμός

Ο ρατσισμός των πολιτικών εναντίον πολιτών με βάση το... αυτοκίνητό τους έχει ξεπεράσει πλέον κάθε όριο. Όσοι είχαν την ατυχία να πετύχουν κάποια στιγμή επαγγελματικά και να αγοράσουν ένα αυτοκίνητο όχι πανάκριβο σαν τους πλούσιους (αυτούς ούτως ή άλλως δεν τους αγγίζει κανείς!), αλλά απλώς πάνω από το μέσο όρο, έχουν γίνει στόχος για εξάσκηση των κομπλεξικών σε... οικονομική σκοποβολή, με κάθε είδους παράλογους φόρους και δυσμενή μέτρα. Η πρόσφατη απόφαση του υπουργείου Οικονομικών για τη χορήγηση επιδόματος πετρελαίου θέρμανσης, από την οποία εξαιρούνται «τα φυσικά πρόσωπα που διαθέτουν ΕΙΧ αυτοκίνητα άνω των 2000 κ.εκ.» αποτελεί μνημείο ρατσισμού και ηλιθιότητας. Άνθρωποι δηλαδή που μπορεί να είναι πλέον άνεργοι ή πολύ χαμηλού εισοδήματος και που έχουν παγιδευτεί με αυτοκίνητα τα οποία δεν μπορούν να τα πουλήσουν γιατί δεν πιάνουν στην αγορά πάνω από ένα-δυο χιλιάρικα, τιμωρούνται να κρυώνουν όλο το χειμώνα, ακόμα κι αν έχουν πλέον χαμηλότερο εισόδημα από άλλους που θα πάρουν το επίδομα! Η Χρυσή Αυγή μπήκε ήδη στην κυβέρνηση!

Πέμπτη 8 Νοεμβρίου 2012

Ποια ενημέρωση θέλουμε;

Είναι δεδομένο ότι οι πολιτικοί στη μεγάλη πλειοψηφία τους (όχι μόνο στην εποχή μας, αλλά από τότε που υπάρχουν ιστορικά στοιχειά για τις οργανωμένες ανθρώπινες κοινωνίες) αποφεύγουν να λένε την αλήθεια στους πολίτες και συνήθως φροντίζουν να τους λένε αυτά που θέλουν εκείνοι να ακούσουν. Εύκολα ξεσηκώνουν τον κόσμο με ψεύτικες υποσχέσεις, εύκολα συκοφαντούν και διαβάλλουν τον αντίπαλο, εύκολα παραμορφώνουν την πραγματικότητα χωρίς να ζητούν ποτέ συγγνώμη και το χειρότερο είναι ότι αυτό γίνεται με την ανοχή, αν όχι την υποστήριξη των πολιτών. Στην εποχή μας, όμως, η εξίσωση έχει αποκτήσει έναν ακόμα παράγοντα, εξίσου σημαντικό και ακόμα πιο επικίνδυνο για την κοινωνική συνοχή και για την εξυπηρέτηση της αλήθειας που θα επέτρεπε τη λήψη των σωστών αποφάσεων. Είναι η τυχοδιωκτική ασυδοσία και η εσκεμμένη παραπληροφόρηση από ορισμένους δημοσιογράφους και μέσα ενημέρωσης, που θεωρούν μάλιστα ότι η αφεντιά τους είναι τόσο σημαντική για την κοινωνία, ώστε να βρίσκονται υπεράνω των νόμων και της δημοσιογραφικής δεοντολογίας. Έχει καταντήσει να θεωρείται «ελευθερία του Τύπου» και της ενημέρωσης ακόμα και το να λες ψέματα και ανακρίβειες εναντίον οποιουδήποτε δημοσίου (και μη) προσώπου χωρίς την παραμικρή επίπτωση, ενώ θεωρείται δίωξη της ελευθερίας του Τύπου (και βρίσκει πάντα πρόθυμους υπερασπιστές, από το «αντίπαλο στρατόπεδο») κάθε προσπάθεια αναζήτησης ευθυνών όταν παραβιάζεται ο νόμος ή θίγεται η προσωπικότητα και τα συμφέροντα πολιτών από παράνομες και αντιδεοντολογικές συμπεριφορές δημοσιογράφων.

Τις τελευταίες δύο εβδομάδες γίναμε μάρτυρες δύο επεισοδίων που δημιούργησαν μεγάλη διαμάχη σε πολιτικό επίπεδο, αλλά και ιδιαίτερο ενδιαφέρον στην κοινή γνώμη αν κρίνουμε από τα σχόλια που γράφτηκαν σε διάφορα ηλεκτρονικά "forum", αλλά και τις συζητήσεις μεταξύ πολιτών που υπέπεσαν στην αντίληψή μας. Το ένα αφορά τη δημοσίευση της περίφημης «λίστας Λαγκάρντ» από τον Κ. Βαξεβάνη που οδήγησε στην άσκηση δίωξης εναντίον του και το δεύτερο τη διακοπή πρωινής εκπομπής της NET μετά από σχόλια των δύο δημοσιογράφων-παρουσιαστών για τον υπουργό Δικαιοσύνης. Και στις δύο περιπτώσεις χάλασε ο κόσμος για τα «πλήγματα στην ελευθερία του Τύπου», που αποτελούσαν οι κυρώσεις κατά των δημοσιογράφων κατά τη γνώμη των αντιπολιτευομένων (έτσι είναι στην Ελλάδα, άσπρο-μαύρο, πάντα όποιος κυβερνάει τα βρίσκει όλα σωστά και η αντιπολίτευση όλα στραβά). Ιδιαίτερα η υπόθεση Βαξεβάνη πήρε και διεθνείς διαστάσεις, μια που οι ξένοι δύσκολα μπορούν να συλλάβουν το επίπεδο της στρέβλωσης της πραγματικότητας που υπάρχει στην Ελλάδα (αν και για να είμαστε ειλικρινείς, το φαινόμενο αυτό δυστυχώς δεν είναι μόνο ελληνικό, άσχετα αν εδώ είναι πιο έντονο).

Φοβάμαι πως για μια ακόμα φορά αποδείξαμε πως δεν είμαστε σε θέση να δημιουργήσουμε μία πολιτισμένη κοινωνίας με κανόνες που να έχουν ηθική βάση και πως είμαστε πάντα έρμαια των συναισθημάτων μας, σε βάρος της ηθικής, της δεοντολογίας και των δικαιωμάτων των άλλων. Γιατί τί ακριβώς έκανε ο Βαξεβάνης; Δημοσιοποίησε μερικές χιλιάδες ονόματα ανυποψίαστων πολιτών που μπορεί να είχαν νόμιμες καταθέσεις από φορολογημένα εισοδήματα σε μία ξένη τράπεζα (ή και να μην είχαν καταθέσεις, αλλά κάποιον ανενεργό λογαριασμό από παλιότερη ανάγκη, όπως σπουδές, εμπορικές πράξεις κλπ.) χωρίς μάλιστα τα ποσά των καταθέσεων, ώστε να οργιάσει ακόμα περισσότερο η φαντασία του όχλου που διψάει για αίμα, επειδή υποτίθεται ότι ανάμεσα σ' αυτές τις χιλιάδες ονόματα μπορεί να υπήρχαν και ονόματα φοροφυγάδων, που το κράτος αμέλησε (ή δεν θέλησε) να διώξει. Έδωσε δηλαδή βορά στα λιοντάρια μερικές εκατοντάδες αθώους, μπας και βρεθούν ανάμεσά τους και μερικοί ένοχοι. Το αποτέλεσμα ήταν φυσικά το αναμενόμενο, το αγανακτισμένο από την κρίση πλήθος μετονόμασε τη λίστα καταθετών, που ήταν στην πραγματικότητα η λίστα Λαγκάρντ, σε «λίστα φοροφυγάδων» (το είδα προσωπικά σε ένα σωρό σχόλια στο Internet) και ξαφνικά μερικές χιλιάδες άνθρωποι βρέθηκαν στη θέση να πρέπει να αποδείξουν ότι δεν είναι ελέφαντες. Αυτό δεν λέγεται δημοσιογραφία, λέγεται κοινωνικός φασισμός και παραβιάζει κάθε δεοντολογία και κάθε δικαίωμα προστασίας των προσωπικών δεδομένων, είναι πράξη κατάπτυστη για ν' αυξηθεί η κυκλοφορία ενός εντύπου και η προβολή ενός δημοσιογράφου. Το επιχείρημα ότι το κράτος δεν έκανε το καθήκον του και γι' αυτό επενέβη ο δημοσιογράφος, είναι φυσικά γελοίο. Σε μια πολιτισμένη κοινωνία πρώτη προτεραιότητα είναι η προστασία του αθώου και δεύτερη η τιμωρία του ενόχου. Αλίμονο αν για να πιάνουμε κάθε ένοχο παραβιάζουμε τα δικαιώματα δέκα αθώων! Ζούγκλα θα γίνουμε (αν δεν είμαστε ήδη).

Το δεύτερο επεισόδιο είναι λιγότερο σοβαρό, αλλά εξίσου ενδεικτικό της νοοτροπίας που υπάρχει σ' αυτή την ηθικά παρακμασμένη χώρα. Έψαξα για να δω το επίμαχο απόσπασμα της εκπομπής της ΝΕΤ, επειδή δεν είχα παρακολουθήσει το συγκεκριμένο θέμα που αφορούσε τον υπουργό Δικαιοσύνης, οπότε ήμουν ένας ανυποψίαστος θεατής που θα δημιουργούσε εντυπώσεις από αυτά που θα έλεγαν οι δημοσιογράφοι. Και από αυτά που είπαν, με τον τρόπο που τα είπαν και τα σχόλια που έκαναν, εγώ έμεινα με την εντύπωση ότι ο κ. Δένδιας κάπου είπε ψέματα, αυτό αποκαλύφθηκε και μας έκανε ρόμπα διεθνώς γιατί αφορούσε θέμα κακομεταχείρισης κρατουμένου και τελικά πρέπει να αναρωτηθούμε αν οφείλει να παραιτηθεί. Μόνο που, επειδή στην Ελλάδα η δημοσιογραφική αλήθεια είναι συχνά μονόπλευρη, δεν άκουσα το παραμικρό για την αντίθετη άποψη, ούτε καν απολογία του κατηγορουμένου υπουργού. Τον οποίο μάλιστα διάβασα με έκπληξή μου μετά να αναφέρει ότι συνέβη το ακριβώς αντίθετο από αυτό που ανέφεραν οι δημοσιογράφοι. Πράγμα που αν αληθεύει, σημαίνει ότι ήταν ακόμα βαρύτερο το ατόπημά τους, γιατί δεν ήταν απλώς η αμέλεια αναφοράς της άλλης άποψης, αλλά η συκοφαντία ενός πολιτικού προσώπου. Δεν το ξέρω, άρα δεν μπορώ να το υιοθετήσω, αλλά αυτή ακριβώς ήταν η δουλειά των συγκεκριμένων δημοσιογράφων, να ακούσουν όλες τις πλευρές, να ψάξουν όλα τα στοιχεία και να μας ενημερώνουν. Αν δεν το έκαναν (ακόμα βαρύτερο ως παράπτωμα στο κρατικό κανάλι που πληρώνουμε όλοι), είναι γελοίο όσο και επικίνδυνο να θεωρούμε ότι η συκοφαντία ενός πολιτικού είναι ένα δικαίωμα που απορρέει από την ελευθερία του Τύπου! Και σίγουρα δεν είναι σε καμία περίπτωση «ενημέρωση»...

Πέμπτη 4 Οκτωβρίου 2012

Τί να κάνουμε

Η αλήθεια είναι ότι η κατάσταση που ζούμε στην Ελλάδα προσφέρεται για κριτική, σε κάθε επίπεδο. Κι όταν ασκείς κριτική μάλιστα, μπορείς να το κάνεις χωρίς τον κίνδυνο να «χαρακτηριστείς» πολιτικά, αφού το σύνολο του πολιτικού φάσματος προσφέρεται για κριτική, οπότε δεν χρειάζεται να χαριστείς σε κανένα αν δεν είσαι φανατικός. Η γελοιότητα, η ανικανότητα και ο τυχοδιωκτισμός ξεχειλίζουν σε ΟΛΑ τα κόμματα, αυτό άλλωστε είναι και το μεγάλο πρόβλημα της Ελλάδας, που έχει να διαλέξει ανάμεσα σε επικίνδυνους και... ακόμα πιο επικίνδυνους!

Το θέμα είναι τί πρέπει να κάνουμε από εδώ και πέρα. Καλή είναι η κριτική, πολύ εύκολη στην εποχή μας λόγω της ανικανότητας που μας περιβάλλει, αλλά όταν στην κουβέντα έρχεται και η ώρα της γνώμης και των προτάσεων, καταλαβαίνεις ότι αυτή η ευκολία στην κριτική, έχει στερήσει τον κόσμο από τη δυνατότητα να σκέπτεται ρεαλιστικά. Έχοντας συνηθίσει, λόγω του άκρατου ατομισμού τους, να πιστεύουν ότι πάντα κάποιοι άλλοι φταίνε για όλα, οι Έλληνες μετά την κριτική προτείνουν λύσεις που είτε είναι εκτός πραγματικότητας, είτε είναι φανερό πως στοχεύουν στην εξυπηρέτηση των προσωπικών τους συμφερόντων και τη λύση των προσωπικών τους προβλημάτων σε βάρος των άλλων.

Η αλήθεια είναι ότι είναι πολύ πιθανό να μην υπάρχει λύση! Ότι η Ελλάδα μπορεί να βαδίζει προς την απόλυτη παρακμή χωρίς δυνατότητα διεξόδου. Όχι γιατί δεν υπάρχουν λύσεις, αλλά γιατί δεν υπάρχουν οι κατάλληλοι άνθρωποι για να τις επιβάλλουν και το υπάρχον πολιτικό σύστημα έχει φροντίσει να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για μα μην υπάρξουν ούτε λύσεις, ούτε οι κατάλληλο άνθρωποι για να επιβάλουν τις λύσεις. Η Ελλάδα δεν έκανε ποτέ την αστική επανάσταση που έγινε στις βιομηχανικές χώρες κι έχει ένα ιδιόρρυθμο φεουδαρχικό σύστημα, όπου οι φεουδάρχες-πολιτικοί (συμπολίτευση και αντιπολίτευση) έχουν καταλάβει το κράτος, είναι οι πραγματικοί ιδιοκτήτες του, υποστηριζόμενοι από ένα κομματικό στρατό κρατικοδίαιτων του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα, που όλοι μαζί ζουν σε βάρος του υπόλοιπου πληθυσμού, των ανθρώπων που πραγματικά εργάζονται. Γι' αυτό και έχουν σαμποτάρει κάθε προσπάθεια διαρθρωτικών αλλαγών που θα εκσυγχρόνιζαν την κοινωνία και -κυρίως- την οικονομία (δεν είναι τυχαίο ότι απ' όλα τα μέτρα που μπορούσαν να ληφθούν με βάση το μνημόνιο, μόνο οι φόροι και οι μειώσεις μισθών και συντάξεων προχώρησαν, ούτε ότι κάθε προσπάθεια επένδυσης σαμποτάρεται εκ των προτέρων από την αντιπολίτευση και εκ των υστέρων από την κυβέρνηση).

Έστω, λοιπόν, ότι ως διά μαγείας εξαφανίζεται αυτό το πολιτικό σύστημα που μας οδηγεί στην καταστροφή. Ή ότι, επιτέλους, εκείνοι οι Έλληνες πολίτες που είναι ικανοί, που εργάζονται και που πληρώνουν φόρους, αντιλαμβάνονται ότι είναι αδύνατη η λύση χωρίς αυτούς, αποφασίζουν επιτέλους να πάρουν την τύχη τους στα χέρια τους και να δημιουργήσουν κάτι νέο, έξω από το υπάρχον πολιτικό σύστημα, για να επιβάλουν λύσεις που θα μας βγάλουν από το αδιέξοδο. Τί μπορεί να γίνει τώρα, τί θα μπορούσαν να κάνουν πέρα από την εσκεμμένη κωλυσιεργία των νεοφεουδαρχών της πολιτικής στην Ελλάδα, που προσπαθούν να διατηρήσουν τον έλεγχο του κράτους, καταστρέφοντας τη μεσαία τάξη και αποδομώντας την κοινωνία;

Κατ' αρχάς πρέπει να απαλλαγούμε από την αυταπάτη των πολιτικών ιδεολογιών του 20ού αιώνα, που έχουν πλέον ξεπεραστεί από τα πράγματα (κι αυτό θα το εξηγήσουμε παρακάτω). Να δημιουργήσουμε νέες αν χρειάζεται, αλλά πρέπει πρώτα ν' απαλλαγούμε από τις παλιές κι ενώ ψαχνόμαστε για τις νέες, να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα, που είναι πέρα από ιδεολογίες. Το να προσπαθείς σήμερα να σώσεις την Ελλάδα βασισμένος σε πολιτικές ιδεολογίες, είναι σαν να καίγεται το σπίτι σου και να συζητάς για... τη διαρρύθμιση των επίπλων. Προφανώς πρώτα σβήνεις τη φωτιά, γιατί αν δεν τη σβήσεις θα καούν τα έπιπλα, οπότε δεν θα έχει νόημα η απόφαση που πήρες για την τοποθέτησή τους,. Και όταν τη σβήσεις, τότε θα είναι ώρα να δεις τί θα κάνεις με όσα έπιπλα δεν πάθουν ζημιά από τη φωτιά ή το νερό της πυροσβεστικής. Σε κάθε περίπτωση, ό,τι είχες πριν τη φωτιά δεν είναι δεδομένο μετά απ' αυτή.

Το πρώτο πράγμα, λοιπόν, που θα έπρεπε να κάνει μία κυβέρνηση που θα έχει απαλλάξει τη χώρα από τα πολιτικά σκουπίδια που την καταστρέφουν, είναι η ριζική καταπολέμηση της διαφθοράς, που έχει διεισδύσει σε βάθος στην ελληνική κοινωνία και δυστυχώς έχει επηρεάσει την πλειοψηφία των μελών της. Πριν απ' οτιδήποτε άλλο, πριν αποφασίσουμε στα πόσα χρόνια θα παίρνουμε σύνταξη, τί ποσοστό θα πληρώνουμε στα φάρμακα, αν οι συγκοινωνίες θα είναι κρατικές ή ιδιωτικές κι ένα σωρό άλλα στα οποία αναλώνουμε χρόνο σε συζητήσεις και ανθρώπινους και οικονομικούς πόρους σε μέτρα, αν δεν ξεριζώσουμε οριστικά τα γάγγραινα της διαφθοράς, δεν έχουμε μέλλον ως κοινωνία. Κι επειδή αυτός είναι ένας στόχος που χρειάζεται χρόνο και ενέργεια και που δεν είναι αριστερός ή δεξιός, αλλά αναγκαία συνθήκη για τη λειτουργία της κοινωνίας κάτω απ' οποιαδήποτε ιδεολογία, είναι κάτι που για την εφαρμογή του χρειάζεται κυβέρνηση ανθρώπων πρώτον, τίμιων και δεύτερον, ικανών, άσχετα αν αυτοπροσδιορίζονται σήμερα ως «συντηρητικοί» ή «προοδευτικοί», ως «αριστεροί» ή «δεξιοί».

Δεύτερον, το υπάρχον σύστημα (στον οποίο, το τονίζω, συμπεριλαμβάνεται και το σύνολο της αντιπολίτευσης) επεδίωξε και πέτυχε τη διάλυση της παιδείας, ώστε να δημιουργεί πολίτες αμόρφωτους, ακόμα κι αν είναι πτυχιούχοι πανεπιστημίου, που να εξαρτώνται από αυτό το πελατειακό σύστημα, να μην έχουν φιλοδοξίες, να μην επιδιώκουν την αξιοκρατία αλλά την ισοπέδωση προς τα κάτω, στο επίπεδο των μετρίων, και να μην αποτελούν έτσι απειλή για την εξουσία των μετριοτήτων που έχουν καταλάβει την εξουσία. Είναι, λοιπόν, το απαραίτητο δεύτερο βήμα που πρέπει να κάνει μια άλλη κυβέρνηση, παράλληλα με την καταπολέμηση της διαφθοράς, το πλήρες ξήλωμα των σημερινών δομών της παιδείας και η δημιουργία ενός συστήματος εκπαίδευσης της νέας γενιάς που δεν θα περιορίζεται στην αποστήθιση των κατορθωμάτων των αρχαίων ημών προγόνων (των οποίων άλλωστε είμαστε ανάξιοι απόγονοι), αλλά θα διευρύνεται στο σύνολο της ανθρώπινης γνώσης, στις επιστήμες, τα γράμματα αλλά και τις τέχνες, θα είναι προσαρμοσμένο στη σημερινή πραγματικότητα, θα προετοιμάζει ανθρώπους που να μπορούν να ανταποκριθούν στις σημερινές ανάγκες της κοινωνίας, θα προωθεί την αξιοκρατία και την κοινωνική ευθύνη, θα βασίζεται σε δασκάλους που θα είναι κατάλληλοι για παιδαγωγοί και δεν θα έχουν απλώς ένα ή πτυχίο πανεπιστημίου, με το οποίο σήμερα κάποιοι αυτοπροσδιορίζονται αυτόματα ως εκπαιδευτικοί και, τέλος, θα διοικείται από αυτούς τους δασκάλους και όχι από τους μαθητές. Κι αυτός ο στόχος δεν είναι αριστερός ή δεξιός, αλλά απαραίτητος σε οποιαδήποτε κοινωνία. Τώρα, το αν η παιδεία θα είναι ιδιωτική ή δημόσια, κάτι για το οποία αρχίζουν να υπάρχουν και ιδεολογικές διαφορές, ας το βρούμε μετά. Ούτως ή άλλως τώρα έχουμε και από τα δύο, σε όλες τις βαθμίδες της παιδείας (ας μη κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας). Ας φροντίσουμε, λοιπόν, να λειτουργούν και τα δύο με τον καλύτερο τρόπο, σύμφωνα με τις ανάγκες της κοινωνίας, και μετά βλέπουμε τι κατανομή θέλουμε ανάμεσά τους. Με το χάλι που υπάρχει σήμερα και τα δύο άχρηστα είναι, οπότε οι ιδεολογίες πάνε περίπατο!

Τέλος, το τρίτο πράγμα που πρέπει να προωθήσει μια νέα αντισυστημική κυβέρνηση, είναι η απόλυτη και πλήρης εφαρμογή των νόμων του ελληνικού κράτους για όλους και χωρίς εξαιρέσεις. Και αυτό είναι κάτι που δεν είναι εύκολο και που χρειάζεται χρόνο για να γίνει συνείδηση σε όλους τους πολίτες, μια που επί δεκαετίες έχουμε συνηθίσει στην επιλεκτική εφαρμογή των νόμων και από το κράτος και από τους πολίτες. Για το σημερινό Έλληνα, διοικούντα ή διοικούμενο, οι νόμοι είναι κανόνες που έχουν θεσπιστεί για να περιορίζουν τους άλλους, ώστε να επιτρέπουν σε αυτόν να κάνει ό,τι θέλει. Με αυτόν τον τρόπο, όμως, είναι αδύνατο να λειτουργήσει οποιαδήποτε κοινωνία και γι' αυτό η εφαρμογή των νόμων (που ψηφίζονται άλλωστε δημοκρατικά, από εκλεγμένες κυβερνήσεις και καταργούνται με τον ίδιο τρόπο) δεν είναι «αριστερή» ή «δεξιά» επιλογή, αλλά εφαρμογή της κοινής λογικής.

Αυτά τα τρία προαπαιτούμενα χρειάζεται να εφαρμόσει μία κυβέρνηση που θα ήθελε να σώσει την Ελλάδα και για να υπάρξει αποτέλεσμα προς αυτή την κατεύθυνση χρειάζονται τουλάχιστον δύο πλήρεις τετραετίες, ίσως και τρεις. Στη διάρκεια αυτού του διαστήματος, ας γίνει για τα υπόλοιπα απλή διαχείριση του υπάρχοντος συστήματος. Γατί χωρίς τα τρία προαπαιτούμενα, κανένα σύστημα δεν μπορεί να εφαρμοστεί, πολύ περισσότερο να πετύχει. Όταν φτιάξουμε κράτος που να λειτουργεί, ας χωριστούμε ξανά με βάση τις ιδεολογίες μας κι ας προσπαθήσει ο καθένας να πείσει το λαό ποια είναι η πιο σωστή. Ούτως ή άλλως -κι επανέρχομαι σ' αυτό που αναφέρθηκε νωρίτερα- οι υπάρχουσες ιδεολογίες είναι ξεπερασμένες θα είναι όλο και πιο δύσκολο να δίνουν λύσει στο μέλλον. Για τον απλούστατο λόγο ότι στην ανθρωπότητα πραγματοποιείται μία νέα επανάσταση, εξίσου σημαντική αν όχι σημαντικότερη από τη βιομηχανική επανάσταση που άλλαξε τα πάντα στη ζωή των ανθρώπων στην εποχή της. Η εργασία όπως την ξέραμε θα γίνεται όλο και λιγότερο απαραίτητη και όλο και λιγότερο απαραίτητο να είναι συγκεντρωμένη σε «χώρους δουλειάς».

Ήδη υπάρχουν πολλοί τομείς όπου οι άνθρωποι μπορούν να εργάζονται το ίδιο ή και περισσότερο αποτελεσματικά σε μεγάλη απόσταση από τους συναδέλφους τους, από το σπίτι τους ή και απ' οπουδήποτε θέλουν. Η εργασία στους τόπους βιομηχανικής παραγωγής θα περιορίζεται όλο και περισσότερο και δεν είναι καθόλου μακριά η εποχή όπου τα βιομηχανικά προϊόντα θα παράγονται σε πλήρως αυτοματοποιημένα εργοστάσια, με ελάχιστη ανθρώπινη παρουσία. Αλλά ακόμα και στον τομέα των υπηρεσιών, υπάρχουν πολλά πράγματα που αυτοματοποιούνται και μειώνουν την ανάγκη για εργασία ανθρώπων. Αυτό σημαίνει ότι χρειάζεται μία νέα μέθοδος κατανομής της εργασίας και παραγωγής εισοδήματος, που δεν έχει καμία σχέση με τη σημερινή, κι ότι οι δραστηριότητες των ανθρώπων θα επαναπροσδιοριστούν πλήρως. Τί σχέση μπορούν να έχουν και τί λύσεις μπορούν να προσφέρουν οι σημερινές ιδεολογίες σε μια τέτοια κατάσταση; Πώς θα προσδιορίζονται οι «εργαζόμενοι» και πώς θα κατηγοριοποιούνται; Ποιος θα θεωρείται «αφεντικό» σε μια βιομηχανική ανώνυμη εταιρεία τις μετοχές της οποίας θα έχουν μερικά ασφαλιστικά ταμεία, προσδοκώντας στα κέρδη της για να βελτιώνουν τις παροχές υγείας και σύνταξης των ασφαλισμένων τους; Ποιοι θα θεωρούνται «ελεύθεροι επαγγελματίες» όταν ο καθένας θα εργάζεται στο χώρο που επιλέγει και θα μπορεί να παρέχει διαφορετικές υπηρεσίες σε διαφορετικούς «εργοδότες»; Στους ανθρώπους αρέσει συχνά να πιστεύουν σε παγιωμένα (και παγωμένα) ιδεολογήματα και δόγματα, η κοινωνία όμως εξελίσσεται συνεχώς και τα παρασύρει με ορμή. Επιβίωση σημαίνει εξέλιξη και προσαρμογή.

Και μια τελευταία λέξη για τους στόχους μιας «καλής» ελληνική κυβέρνησης, μια που είμαστε στην Ευρώπη και μια και αυτή η γεωγραφική μας τοποθέτηση κάνει αναπόφευκτη και τη συνύπαρξή μας με τους λαούς της και τους θεσμούς που αυτοί δημιούργησαν. Οι εθνικισμοί και οι εγωισμοί θέλουν χρόνο για να να ξεπεραστούν, πολύ περισσότερο αφού τους ενισχύουν οι κυβερνήσεις και οι πολιτικοί γενικώς, για να... εξακολουθήσουν να κυβερνούν (σκεφθείτε στην περίπτωση μια ευρωπαϊκής κυβέρνησης σε μια ενωμένη Ευρώπη, πόσες χιλιάδες βουλευτές, υπουργοί και κάθε είδους παρατρεχάμενοί τους στα εθνικά κράτη θα βρίσκονταν χωρίς αντικείμενο απασχόλησης!) Αυτό δεν σημαίνει όμως, ότι δεν μπορούν να γίνουν βήματα συντονισμού στην Ευρωπαϊκή Ένωση, έτσι ώστε τουλάχιστον να μην υπάρχουν συνεχώς προεκλογικές εκστρατείες σε εκκρεμότητα, που να φρενάρουν κάθε δυνατότητα συνεννόησης. Χωρίς, λοιπόν, να χαθεί ούτε στο ελάχιστο η «εθνική κυριαρχία» της κάθε χώρας, το λιγότερο που θα μπορούσαν να κάνουν τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, θα ήταν να συμφωνήσουν να γίνονται ταυτόχρονα, την ίδια ημερομηνία κάθε 4 ή 5 χρόνια, αυτό θα το βρουν εύκολα, οι εθνικές εκλογές σε όλες τις χώρες. Και να κρατάει για όλη την τετραετία η θητεία των κυβερνήσεων, όπως γίνεται στις ΗΠΑ, ή έστω, αν καταρρεύσει μία κυβέρνηση, να γίνονται συμπληρωματικές εκλογές μόνο για το υπόλοιπο της πανευρωπαϊκής τετραετίας. Σκεφθείτε πόσο πιο εύκολα θα ήταν τα πράγματα, πόσο πιο εύκολες οι διαπραγματεύσεις της Ελλάδας με την τρόικα, πόσο πιο εύκολη η συνεννόηση των Γερμανών με τους Γάλλους, των βορείων με τους νότιους κλπ., αν τη μέρα που βγάλαμε τη δική μας κυβέρνηση είχαν ταυτόχρονα εκλογές όλοι οι Ευρωπαίοι και είχαμε να διαπραγματευθούμε με κυβερνήσεις που θα είχαν μόλις ανανεώσει τη λαϊκή εντολή και θα ήταν απαλλαγμένες από προεκλογικά σύνδρομα (όπως η Μέρκελ για τις εκλογές του 2013)...

Τρίτη 28 Αυγούστου 2012

Καμπανάκι

Η Ελλάδα κινείται αυτή τη στιγμή σε μια πολύ κρίσιμη καμπή. Όχι μόνο επειδή υπάρχει μια παρατεταμένη κρίση με ορατό τον κίνδυνο της ανεξέλεγκτης χρεοκοπίας (κάτι που έχει συμβεί και στο παρελθόν), αλλά γιατί αυτή τη φορά αυτή η κρίση μπορεί να παίξει καθοριστικό ρόλο για το μακρινό μέλλον και την ίδια την ύπαρξη της χώρας και του λαού της με τη μορφή που την ξέρουμε σήμερα. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο, ότι ακόμα και στο πολιτικό επίπεδο, όπου πρωταγωνιστούν οι ίδιοι πολιτικοί ΟΛΩΝ των κομμάτων, αυτοί που έχουν ουσιαστική ευθύνη για την κατάντια της χώρας (πέρα από την ευθύνη των πολιτών της, που είναι επίσης υπαρκτή και σημαντική) υπήρξε ένας νέος διαχωρισμός των πολιτικών δυνάμεων, που ξεπερνάει τις παραδοσιακές διαχωριστικές γραμμές της αριστεράς και της δεξιάς. Οι Έλληνες πλέον χωρίζονται σε αυτούς που από αφέλεια, από απελπισία ή από καιροσκοπισμό ωθούν τη χώρα προς την ανεξέλεγκτη χρεοκοπία και υποστηρίζουν κόμματα από όλες τις αποχρώσεις του πολιτικού φάσματος, που έχουν ως κοινό στοιχείο τον οπορτουνισμό και τον τυχοδιωκτισμό, και σε εκείνους που από πεποίθηση ή από απλό ένστικτο αυτοσυντήρησης προσπαθούν να αποφύγουν τη χρεοκοπία υποστηρίζοντας επίσης (άλλα) κόμματα από όλες τις αποχρώσεις.

Και στις δύο κατηγορίες αυτών των κομμάτων υπάρχουν πολιτικοί με σημαντικές ευθύνες για το σημερινό αδιέξοδο. Απλώς στα πρώτα υπάρχουν αυτοί που, είτε είναι εντελώς ηλίθιοι και δεν βλέπουν το γκρεμό στον οποίο οδηγούν οι απόψεις τους, είτε είναι ιδεολογικά φανατισμένοι (αν και ο θρησκευτικός και ιδεολογικός φανατισμός είναι μια άλλη μορφή ηλιθιότητας) και αδιαφορούν για το γκρεμό στον οποίο οδηγούν οι απόψεις τους, είτε ψυχροί υπολογιστές και καιροσκόποι και υπολογίζουν ότι μετά την καταστροφή προς την οποία μας ωθούν θα είναι αυτοί που θα τη διαχειριστούν, οπότε θα σώσουν το τομάρι τους και θα διαχειριστούν τους ελάχιστους πλέον πόρους της χώρας επ' ωφελεία τους. Ας μη ξεχνάμε ότι, ακόμα και στις πιο φτωχές χώρες, ακόμα και στα πιο αποτυχημένα πολιτικά συστήματα, υπήρχε (και υπάρχει) πάντα μια πολιτική και γραφειοκρατική «ελίτ», που λυμαίνεται τους πόρους της χώρας στο όνομα κάποιας αριστερής ή δεξιάς ιδεολογίας, έχει εξασφαλισμένη μισθοδοσία και υλικά αγαθά κι έχει προνομιακή μεταχείριση στα θέματα παιδείας και υγείας, ακόμα κι όταν ο λαός πεθαίνει της πείνας. Στη δεύτερη κατηγορία κομμάτων, που προσπαθεί να αποφύγει τη χρεοκοπία, δεν υπάρχουν βεβαίως... οσιομάρτυρες και ενάρετοι, άμοιροι ευθυνών για την παρακμή της κοινωνίας μας. Απλώς υπάρχουν κάποιοι που, είτε λόγω ευφυΐας, είτε λόγω ενστίκτου αυτοσυντήρησης, βλέπουν ότι η κατάσταση μετά την ανεξέλεγκτη χρεοκοπία δεν θα είναι διαχειρίσιμη κι ότι κανείς, ακόμα και αν βρίσκεται στην αντιπολίτευση, δεν θα έχει εξασφαλισμένο το μέλλον του, ούτε καν την ύπαρξή του.

Το ερώτημα είναι αν οι έλληνες πολίτες έχουν ή όχι και οι ίδιοι αυτό το ένστικτο αυτοσυντήρησης κι αν είναι αρκετοί αυτοί που δεν είναι τόσο αφελείς ώστε να παρασυρθούν από τα κηρύγματα των καιροσκόπων και των φανατικών. Απελπισμένοι και καταπονημένοι από την κρίση όπως είναι τώρα, είναι πολύ πιο ευάλωτοι στις πονηρές προσπάθειες που καταβάλουν κάποιοι για να τους πείσουν ότι τελικά «δεν είναι και τόσο φοβερό πράγμα η χρεοκοπία», «δεν έχουν μείνει και πολλά να χάσουμε» και ίσως και να «πάει καλύτερα η οικονομία μετά τη χρεοκοπία και την επιστροφή σε εθνικό νόμισμα». Η ωμή αλήθεια είναι πως, αν και χάσαμε ήδη πολλά κι είμαστε όλοι εξαντλημένοι και αν και το μαρτύριό μας δεν τελείωσε κι έχουμε να υποστούμε ακόμα μεγαλύτερη πίεση, το πρόβλημα ξεπερνάει το ευρώ, την οικονομία, τις τρόικες και τα μνημόνια και βρισκόμαστε μπροστά σ' ένα σταυροδρόμι που μπορεί να συγκριθεί όχι με τις προηγούμενες πτωχεύσεις του νεοελληνικού κράτους, αλλά μόνο με την εποχή πριν την πτώση της Κωνσταντινούπολης. Κι εκείνη η πτώση (την οποία οι «υπερπατριώτες» και οι φανατικοί ιδεολόγοι της εποχής της εποχής απέκλειαν) οδήγησε σε 4 αιώνες τουρκοκρατίας και αναβίωση ενός (μικρού) ελληνικού κράτους καθαρά από τύχη. Γιατί έγινε σε μια εποχή μη παγκοσμιοποιημένης οικονομίας, όπου μεγάλες αλλαγές συνόρων ήταν ακόμα αποδεκτές κι όπου έτυχε το συμφέρον όλων σχεδόν των μεγάλων δυνάμεων της εποχής να συμπέσει με το δικό μας και να μας σώσουν από την καταστροφή, στην οποία εμείς οι ίδιοι είχαμε οδηγηθεί προκαλώντας κατάρρευση της επανάστασής μας, αφού μέσα στο μέσον του απελευθερωτικού αγώνα καταφέραμε να κάνουμε... εμφύλιο πόλεμο!

Δυστυχώς, λοιπόν, τα πράγματα τώρα είναι πολύ πιο πολύπλοκα από τις πάμπολλες χρεοκοπίες του νεοελληνικού κράτους στους δύο προηγούμενους αιώνες και πρέπει να αποφασίσουμε όχι μόνο να υποστούμε θυσίες, αλλά και να αλλάξουμε ριζικά αν θέλουμε να επιβιώσουμε. Ζούμε πλέον σε μία χώρα που δεν παράγει σχεδόν τίποτα κι έχει μείνει έξω από τις μεγάλες βιομηχανικές επαναστάσεις. Ζούμε σε μία χώρα στην οποία ουσιαστικά δεν έγινε η αστική επανάσταση, αλλά έχουμε ακόμα μια ιδιότυπη φεουδαρχία, έξω από τα δεδομένα της εποχής μας. Ζούμε σε μία χώρα όπου η διαφθορά είναι ο κανόνας και όχι η εξαίρεση, όχι μόνο ψηλά αλλά και χαμηλά. Ζούμε σε μία χώρα με τη μεγαλύτερη υπογεννητικότητα στην Ευρώπη, η οποία προκαλεί συνεχή μείωση του πληθυσμού, που κάνει ακόμα πιο δύσκολη την καταπολέμηση της ύφεσης και δημιουργεί τις προϋποθέσεις για όλο και μεγαλύτερη αύξηση της ηλικίας συνταξιοδότησης. Ζούμε σε μία χώρα όπου κυριαρχεί ο ατομισμός και απουσιάζει παντελώς η έννοια του «κοινού συμφέροντος», με αποτέλεσμα οι περισσότεροι πολίτες της να αρνούνται να πληρώσουν τους φόρους που τους αναλογούν, να καταστρέφουν ασύδοτα το περιβάλλον και να αποφεύγουν τη συμμετοχή σε κάθε δραστηριότητα που αποβλέπει στο κοινό καλό, αλλά δεν αποφέρει στους ίδιους κανένα ορατό άμεσο όφελος. Ζούμε σε μία χώρα όπου, ό,τι και να λέγεται από τους φανατικούς και τους καιροσκόπους περί «συμφερόντων» και «ξεπουλήματος», υπάρχουν όλο και λιγότερα «μεγάλα συμφέροντα» (άρα όλο και λιγότερες θέσεις εργασίας) και όλο και λιγότεροι ενδιαφερόμενοι να επενδύσουν, ακόμα και σε τιμές «ξεπουλήματος» και με «μισθούς Βουλγαρίας», γιατί οι επενδυτές και οι επιχειρήσεις πάνω από τα κάθε είδους οικονομικά κίνητρα επιζητούν σταθερότητα και εμπιστοσύνη κι αυτά απουσιάζουν παντελώς από την Ελλάδα. Ζούμε σε μία χώρα όπου το βασικό συστατικό της ανάπτυξης της σύγχρονης οικονομίας και της ίδιας της κοινωνίας, η εκπαίδευση, έχει διαλυθεί κι έχει πέσει στα χέρια καιροσκόπων, που με πρόσχημα τα ιδεολογήματά τους εμποδίζουν την ελεύθερη διακίνηση ιδεών κι έχουν καταργήσει εντελώς την αξιοκρατία, έτσι ώστε να επιβιώνουν οι μετριότητες και οι καλύτεροι να αναγκάζονται να φεύγουν στο εξωτερικό. Ζούμε σε μία χώρα όπου ο τίμιος θεωρείται κορόιδο, ο μορφωμένος ψώνιο, ο ειλικρινής επικίνδυνος κι ο εργατικός αντιδραστικός. Πιστεύει κανείς ότι αυτή η χώρα, με αυτά τα χαρακτηριστικά, μπορεί να εξακολουθήσει να υπάρχει μετά από 50 χρόνια, ακόμα κι αν με κάποιο μαγικό τρόπο της χαρίσουν όλα τα χρέη και της δώσουν και «καβάτζα» λεφτά για να ξεκινήσει από το μηδέν; Σκεφθείτε, λοιπόν, πόσο μάλλον είναι αδύνατον να εξακολουθήσει να υπάρχει αν δεν της χαρίσουν τα χρέη και δεν της δώσουν άλλα χρήματα, είτε αυτό γίνει εντός μνημονίου, είτε γίνει μετά από καταγγελία του και άρνηση πληρωμής των χρεών...

Τρίτη 24 Ιουλίου 2012

Με αφορμή τους Ολυμπιακούς

Το μεγαλύτερο κακό που έχει συμβεί στους σύγχρονους Έλληνες είναι οι... πρόγονοί τους! Όχι φυσικά αυτή καθαυτή η ύπαρξη και τα κατορθώματά τους (σε τελικά ανάλυση, ακόμα και χώρες με σχεδόν μηδενική ιστορία προσπαθούν να τονίσουν ιστορικά γεγονότα που μπορούν να κάνουν τους πολίτες τους υπερήφανους για την καταγωγή τους), αλλά ο τρόπος με τον οποίο χτίστηκε και λειτουργεί η σύγχρονη Ελλάδα, βασισμένη αποκλειστικά στο δέος που προκαλεί εκείνο το  ένδοξο παρελθόν. Σαν τους ξεπεσμένους αριστοκράτες, χρησιμοποιούμε ως σημείο αναφοράς της ύπαρξής μας εκείνο το παρελθόν, οχυρωνόμαστε πίσω απ' αυτό μετά από κάθε αποτυχία μας και σε κάθε διαφορά μας με οποιοδήποτε άλλο κράτος, το πουλάμε ως τουριστικό προϊόν έτσι όπως είναι, τα αρχαία ερείπια και το περιεχόμενο των μουσείων, χωρίς την παραμικρή προσπάθεια προσαρμογής της χώρας μας στη σύγχρονη τουριστική πραγματικότητα και γενικά νομίζουμε ότι αυτό το παρελθόν αρκεί για μας τρέφει και στο μέλλον και να κάνει τους άλλους να μας σέβονται.

Η πραγματικότητα είναι φυσικά πολύ πιο σκληρή, στο σύγχρονο κόσμο πρέπει να αποδεικνύεις καθημερινά τη δική σου αξία, αλλά το χειρότερο είναι ότι αυτή η προγονοπληξία μάς έχει κάνει να υποτιμούμε τις δικές μας δυνατότητες και να απαξιώνουμε τις δυνατότητες οποιουδήποτε αξιόλογου συμπατριώτη μας. Όχι πως αυτό δεν γινόταν και από τους αρχαίους Έλληνες (είναι πολύ μεγάλος ο αριθμός προσωπικοτήτων της αρχαιότητας που εμείς τιμούμε ως σημαντικούς Έλληνες και οι οποίοι στην εποχή τους... εξορίστηκαν από τους συμπατριώτες τους!), αλλά σ' εμάς έχει ξεπεράσει κάθε όριο, ακριβώς επειδή υπάρχει η σύγκριση με την αρχαιότητα. Αφού ο τάδε επιστήμονας, συγγραφέας, καλλιτέχνης, πολιτικός δεν είναι ο σύγχρονος Δημόκριτος, Πλάτωνας, Ηρόδοτος, Ικτίνος, Περικλής κλπ., τότε είναι... για τα μπάζα! Και φυσικά μόλις αυτός βγει έξω, ξεχωρίζει και τον παραδέχονται οι ξένοι, οπότε εκ των υστέρων αναγκαζόμαστε να τον παραδεχτούμε κι εμείς!

Αυτό μας έχει κάνει να πάσχουμε ταυτόχρονα από ένα -φανερό- κόμπλεξ ανωτερότητας βασισμένο στους προγόνους μας («εμείς δώσαμε τα φώτα στην υπόλοιπη Ευρώπη, άρα μας χρωστάνε εσαεί») κι ένα -κρυφό- κόμπλεξ κατωτερότητας, βασισμένο στην έλλειψη αυτοεκτίμησης για τις δικές μας δυνατότητες σε σύγκριση με εκείνες των προγόνων μας. Και όμως, ακριβώς όπως έχουμε τα ίδια ακριβώς ελαττώματα με εκείνους, που οδήγησαν άλλωστε σ' ένα σωρό καταστροφές και τελικά στο μαρασμό του ελληνισμού σ' ένα μικρό έθνος 11 εκατομμυρίων ανθρώπων, έχουμε και τις ίδιες αρετές με εκείνους (φαντασία, δημιουργικότητα, προσαρμοστικότητα και ευελιξία, κοινωνικότητα κλπ.) και όταν αποφασίζουμε να τις αξιοποιήσουμε, καταφέρνουμε πολύ περισσότερο απ' όσα περιμένουν οι άλλοι από εμάς (αλλά κι εμείς οι ίδιοι για τον εαυτό μας). Και γι' αυτό δεν έχει νόημα να υποτιμούμε οτιδήποτε γίνεται εδώ και να πιστεύουμε ότι οι ξένοι τα καταφέρνουν καλύτερα (αλλά οι πρόγονοί μας θα τα κατάφερναν... ακόμα καλύτερα από εκείνους!)

Οι επικείμενοι Ολυμπιακοί Αγώνες του Λονδίνου και το φιάσκο που αποκαλύφθηκε στον τομέα της ασφάλειας (η ιδιωτική εταιρεία που ανέλαβε το έργο, δήλωσε λίγες μέρες πριν τους αγώνες αδυναμία να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις της!), όπως και το -λιγότερο γνωστό, αλλά εξίσου εντυπωσιακό- φιάσκο στον τομέα των μετακινήσεων (ξένοι αθλητές εγκλωβίστηκαν για 2 ως και 4 ώρες στην κίνηση από το αεροδρόμιο μέχρι τον προορισμό τους στο Λονδίνο, ενώ οι ίδιοι οι Άγγλοι εκφράζουν αμφιβολίες για την επιτυχία των «ολυμπιακών λωρίδων» στους δρόμους) είναι μια καλή ευκαιρία για μερικές συγκρίσεις, μια είναι πρόσφατη η δική μας εμπειρία. Ε, λοιπόν, στην πόλη με τις πιο ανεπαρκείς υποδομές και τους πιο απείθαρχους οδηγούς στην Ευρώπη (ίσως και στον κόσμο!) καταφέραμε να δημιουργήσουμε εγκαίρως τους δρόμους και τα μέσα μαζικής μεταφοράς που χρειαζόταν και καταφέραμε να λειτουργήσουν με άψογο τρόπο οι ολυμπιακές λωρίδες, ώστε να γίνονται όλες οι μετακινήσεις χωρίς το παραμικρό πρόβλημα, με αυτούς τους απείθαρχους οδηγούς να τις σέβονται λες και ήταν... Σκανδιναβοί! Και στον τομέα της ασφάλειας, με όλα τα προβλήματα για τα οποία γκρινιάζουμε χρόνια τώρα, ποτέ δεν φτάσαμε στο σημείο της ξεφτίλας να ζητήσουμε τη βοήθεια του στρατού, όπως έκαναν οι Άγγλοι, ούτε είχαμε πρόβλημα να βρούμε και να εκπαιδεύσουμε το προσωπικό που χρειαζόταν (γι' αυτό άλλωστε και όλα κύλησαν άψογα και οι ξένοι ακόμα τους θυμούνται εκείνους του αγώνες). Θα θυμίσω επίσης, ότι στη χώρα των μεγαλύτερων ίσως εγωιστών... του πλανήτη, όπου ο εθελοντισμός είναι ανέκδοτο και η κοινή δράση επιστημονική φαντασία, καταφέραμε να βρούμε περισσότερους εθελοντές απ' όσους χρειαζόμαστε και να διεκπεραιώσουμε τα πάντα στην εντέλεια.

Η εξήγηση είναι απλή. Ο Έλληνας χρειάζεται κίνητρο. Και κίνητρο δεν είναι γι' αυτόν μόνο το κέρδος, αλλά και το φιλότιμο, με την έννοια ότι πρέπει πρώτα να πειστεί ότι αυτό που καλείται να κάνει είναι πράγματι σημαντικό, ότι θα έχει πράγματι θετικές επιπτώσεις στο σύνολο της κοινωνίας και όχι μόνο σε λίγους επιτήδειους κι ότι αυτά που άκουσε στα λόγια ανταποκρίνονται σ' εκείνα που θα γίνουν στην πράξη. Αν πειστεί γι' αυτό, βγάζει στην επιφάνεια όλες τις αρετές του και τότε δεν μπορεί κανείς να τον συναγωνιστεί σε αποτελεσματικότητα. Συγκρίνετε λοιπόν στις επόμενες εβδομάδες, όχι μόνο σε επίπεδο βιτρίνας (όπου σημαντικό ρόλο παίζει το χρήμα), αλλά σε επίπεδο λειτουργίας και αποτελεσματικότητας, τους Ολυμπιακούς Αγώνες της μικρής Ελλάδας και αυτούς της πλούσιας και ισχυρής γηραιάς Αλβιώνας και θα διαπιστώσετε ότι πρέπει να αρχίσουμε να έχουμε μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στις δυνάμεις των νέων Ελλήνων και ν' αφήσουμε επιτέλους τους αρχαίους στην ησυχία τους...

Παρασκευή 22 Ιουνίου 2012

Στη χώρα του Πινόκιο

Η αλήθεια είναι, ότι είναι παγκόσμιο φαινόμενο να δίνονται υποσχέσεις από τους πολιτικούς προεκλογικά ακόμα κι αν είναι αμφίβολη η δυνατότητα πλήρους υλοποίησής τους. Στην Ελλάδα, όμως, με ένα λαό παρορμητικό και -δυστυχώς- με ελλιπή παιδεία, αυτό έχει περάσει τα όρια της υπερβολής και θα αποτελούσε υλικό πρώτης τάξης για κωμωδία, αν δεν είχαμε καταλήξει στη σημερινή τραγωδία που περνάει η χώρα μας. Δεκαετίες τώρα, οι πολιτικοί μας ξέρουν ότι όσο μεγαλύτερες μπαρούφες πετάξουν πριν τις εκλογές, όσο πιο παράλογα και ανέφικτα πράγματα υποσχεθούν, τόσο περισσότερες πιθανότητες έχουν να εκλεγούν. Κι αυτό δεν συνέβαινε μόνο τις «καλές» εποχές, όταν οι κυβερνήσεις έπαιρναν δάνεια και μοίραζαν διορισμούς, αυξήσεις και «έργα», αλλά έγινε τέτοια συνήθεια στον ελληνικό λαό, που συνεχίστηκε ακόμα κι όταν μαζεύτηκαν τα μαύρα σύννεφα από πάνω μας και μας έπιασε η καταιγίδα. Μας έγινε μάλιστα τέτοια ψύχωση η προσκόλληση στους μεγαλύτερους παραμυθάδες, που όσο χειροτέρευαν τα πράγματα, τόσο περισσότερο τους ακολουθούσαμε.

Η «επανίδρυση του κράτους» που υποσχόταν ο Καραμανλής έγινε ανέκδοτο ακόμα και ανάμεσα στους δεξιούς, αλλά τον ψήφισαν και δεύτερη φορά, παρά το μπάχαλο της πρώτης κυβέρνησής του. Η οικονομία πήγαινε κατά διαβόλου, ο Καραμανλής πριν πέσει ανακοίνωσε πάγωμα μισθών στο δημόσιο και άλλα παρόμοια μέτρα, αλλά ο Παπανδρέου κατέβηκε στις εκλογές με το σύνθημα «λεφτά υπάρχουν» και σάρωσε! Λες και δεν το ξέραμε όλοι ότι λεφτά πια δεν υπήρχαν κι ότι μας κορόιδευε ασύστολα. Στις τελευταίες εκλογές το ρόλο του μέγα παραμυθά ανέλαβε ο Τσίπρας (με δεξιό ψάλτη αυτόν τον απίθανο Καμμένο, αλλά αυτόν επειδή αμφιβάλλω αν τον παίρνουν στα σοβαρά ακόμα κι εκείνοι που τον ψηφίζουν, δεν τον υπολογίζω στα κόμματα που διεκδικούν κάτι παραπάνω από το ρόλο του Καραγκιόζη της Βουλής). Το σύνθημα, λίγο πιο σύνθετο, ήταν «καταργούμε μεθαύριο το μνημόνιο, οι Ευρωπαίοι θα εξακολουθήσουν να μας δανείζουν τα δισεκατομμύρια κατά δεκάδες, οπότε ούτε γάτα ούτε ζημιά». Και μ' αυτό το μέγιστο ψεύδος, το κόμμα του 4% σκαρφάλωσε σε δύο αναμετρήσεις στο 27%.

Αλλά οι εκλογές κάποτε τελειώνουν και ο κόσμος υποτίθεται ότι προσγειώνεται στην πραγματικότητα, ξεπερνάει τα ψέματα που εν γνώσει του σέρβιραν οι πολιτικοί και αντιμετωπίζει με ρεαλισμό την καθημερινότητα. Αμ δε! Ο πνιγμένος από τα μαλλιά πιάνεται και όσο η κατάσταση είναι τόσο χάλια, υπάρχουν άνθρωποι έτοιμοι να πιστέψουν οτιδήποτε προκειμένου να αισθανθούν κάποια ελπίδα. Όπως έλεγαν, όμως, πολύ σοφά οι αρχαίοι πρόγονοί μας «συν Αθηνά και χείρα κίνει». Αντί να περιμένουμε από τους επίδοξους σωτήρες που μας γεμίζουν ψέματα να διοικήσουν αποτελεσματικά τη χώρα και τους Ευρωπαίους να φοβηθούν τον Τσίπρα και να συνεχίσουν αν ρίχνουν δισεκατομμύρια στα ταμεία μας για να διορίσουμε κι άλλο κόσμο στο δημόσιο, πρέπει πριν απ' όλα να καταλάβουμε πού ακριβώς βρισκόμαστε και να δούμε πού θέλουμε και πού μπορούμε να πάμε.

Πρέπει κατ' αρχάς να καταλάβουμε, ότι αυτοί που χαρακτηρίζουν την τωρινή μας κατάσταση ως «συνθήκες τρίτου κόσμου» και διατείνονται πως δεν έχουμε πια τίποτα να χάσουμε, ακόμα κι αν «τα σπάσουμε» με τους εταίρους μας, αφενός ψεύδονται ασύστολα και αφετέρου προσβάλλουν βάναυσα δισεκατομμύρια ανθρώπους του Τρίτου Κόσμου, που δίνουν κάθε μέρα αγώνα για ένα πιάτο φαγητό (το οποίο συχνά δεν εξασφαλίζουν) και δεν διαθέτουν 500 αυτοκίνητα για κάθε 1000 κατοίκους, ούτε 110 κινητά τηλέφωνα για κάθε 100 κατοίκους, ούτε 2-3 τηλεοπτικές συσκευές σε κάθε σπίτι. Και φυσικά δεν ζουν σε τόσο μεγάλα σπίτια, που διαθέτουν φως-νερό-τηλέφωνο και άλλες ανέσεις. Το βιοτικό μας επίπεδο μειώθηκε σημαντικά από την κρίση, υπάρχουν άνθρωποι που υποφέρουν, αλλά το να λένε κάποιοι ότι είμαστε στον πάτο και δεν έχουμε τίποτα να χάσουμε, είναι πολιτική αλητεία. Το ότι είμαστε πιο φτωχοί από τους άλλους Δυτικοευρωπαίους, σημαίνει απλώς ότι είμαστε οι πιο φτωχοί από τους προνομιούχους του πλανήτη. Γι' αυτό άλλωστε και τόσοι δυστυχείς από χώρες του τρίτου κόσμου που βρίσκονται λαθραία στην Ελλάδα, κάνουν ότι μπορούν για να μη φύγουν, παρά τα χάλια μας.

Υπάρχουν λοιπόν και (πολύ) χειρότερα που πρέπει με κάθε τρόπο να αποφύγουμε και όποιος μας λέει ότι δεν έχουμε τίποτα να χάσουμε, ή είναι εντελώς βλάκας, ή κάτι έχει να κερδίσει από την καταστροφή μας. Από εκεί και πέρα, ούτε τα πετρέλαια που δήθεν υπάρχουν κατά δισεκατομμύρια βαρέλια θα μας σώσουν (ακόμα κι αν υπάρχει πετρέλαιο, που δεν είναι σίγουρο, ούτε ξέρουμε πόσο είναι, χρειάζεται τουλάχιστον μία δεκαετία για ν' αρχίσουμε να εισπράττουμε απ' αυτό), ούτε μπορούμε να συνεχίσουμε ως κράτος να έχουμε ελλείμματα, γιατί κανείς δεν είναι διατεθειμένος να τα καλύπτει. Και το μνημόνιο δεν ήταν παρά μία συμφωνία ότι θα μειώσουμε το έλλειμμα. Εμείς διαλέξαμε να το κάνουμε με τον πιο ηλίθιο τρόπο, τις οριζόντιες μειώσεις μισθών και συντάξεων και την οριζόντια φορολογία κι από εμάς εξαρτάται να το κάνουμε πιο δίκαια και πιο αποτελεσματικά από εδώ και πέρα. Χωρίς «καταγγελίες» των μνημονίων και παρόμοιους λεονταρισμούς, που απλώς θα ενισχύσουν εκείνους τους κύκλους στην Ευρώπη που θα ήθελαν να αναγκαστούμε να βγούμε από το ευρώ και να εξαθλιωθούμε, για να μας δείχνουν μετά σαν παράδειγμα σε όσους κάνουν παρόμοιες σκέψεις σε άλλες χώρες...

Κυριακή 20 Μαΐου 2012

Το πάθημα ποτέ δεν έγινε μάθημα

Στην ιστορία της ανθρωπότητας δεν υπάρχει άλλο παράδειγμα λαού με τέτοια πολιτιστική, οικονομική και στρατιωτική υπεροχή που του έδωσε τη δυνατότητα να κυριαρχήσει στην περιοχή του για τόσες χιλιετίες (τουλάχιστον πολιτιστικά, ακόμα και σε περιόδους που προσωρινά υποχώρησε ή υποτάχθηκε πολιτικά) και παρ' όλα αυτά να καταφέρει να συρρικνωθεί τελικά σχεδόν σε επίπεδο ανυπαρξίας, όπως ο ελληνικός. Το ότι είμαστε λαός αυτοκαταστροφικός το γνωρίζει όποιος έχει μάθει έστω και λίγη ελληνική ιστορία, ακόμα και στα άθλια ελληνικά σχολεία. Για μερικές χιλιετίες όμως οι πρόγονοί μας, παρά το γεγονός ότι έδωσαν δεκάδες ευκαιρίες σε εξωτερικούς εχθρούς να τους βρουν ευάλωτους γιατί αυτοαποδυναμώνονταν καταστρέφοντας ο ένας τον άλλο σε εσωτερικούς πολέμους, κατάφερναν χάρη στη φαντασία και το δυναμισμό τους να βρίσκουν λύσεις που τους επέτρεπαν να αποκρούουν τις επιθέσεις, να επεκτείνουν την επιρροή τους και να αναπτύσσονται. Ας μη γελιόμαστε, ακόμα κι αυτή η δημοκρατία την οποία υπερηφανευόμαστε ότι δημιουργήσαμε, ήταν μία (ευφυέστατη φυσικά) επινόηση που έδωσε λύση στο πρόβλημα διακυβέρνησης που δημιουργούσε το γεγονός ότι δεν χωνεύουμε ο ένας τον άλλο και δεν αποδεχόμαστε άλλον Έλληνα για αρχηγό!

Όταν, όμως, προκαλείς την τύχη σου συνεχώς κι όταν οι άλλοι γύρω σου εξελίσσονται, μοιραία έρχεται και η ώρα της κρίσης. Με τους Ρωμαίους μπορεί να τη... σκαπουλάραμε, γιατί παρά το ότι υποταχθήκαμε στρατιωτικά σ' αυτούς καταφέραμε να υπερισχύσουμε πολιτιστικά, σε βαθμό που ακόμα κι όταν διαιρέθηκε η ρωμαϊκή αυτοκρατορία, δημιουργήθηκε το βυζαντινό κράτος με ελληνική πολιτιστική βάση, το οποίο κυριάρχησε στην περιοχή του για 1000 ακόμα χρόνια. Τα ψέματα τελείωσαν με την τουρκοκρατία, μια και ο νέος κατακτητής ήταν τόσο διαφορετικός πολιτιστικά, θρησκευτικά και φυλετικά, που δεν είχε την παραμικρή διάθεση να αφομοιώσει την ελληνική κουλτούρα ακόμα και μετά από συμβίωση τεσσάρων αιώνων. Μάλλον εμείς βγήκαμε χαμένοι από αυτή τη συμβίωση, που ενίσχυσε τα ελαττώματά μας αμβλύνοντας ταυτόχρονα τα προτερήματά μας.

Αυτή την τεράστια υποχώρηση, που μας οδήγησε σε μία περιθωριοποίηση από την οποία ποτέ δεν συνήλθαμε, μετατρέποντάς μας από ισχυρό παράγοντα σε ολόκληρη την περιοχή της Μεσογείου και της νότιας Ευρώπη σε ένα μικρό βαλκανικό κράτος με τοπική επιρροή, την προκαλέσαμε μόνοι μας. Με την ξεροκεφαλιά μας και με την αυτοκτονική τάση μας να χτυπάμε το κεφάλι μας στον τοίχο όταν πίσω απ' αυτόν υπάρχει κάτι που δεν μας αρέσει, όταν ήρθε η ώρα να πάρουμε δύσκολες αποφάσεις επιλέξαμε πάντα τη χειρότερη. Όταν βρεθήκαμε στο δίλημμα να δεχτούμε τη βοήθεια της Δύσης με αντάλλαγμα την ενίσχυση της επιρροής της και την αναγνώριση «πρωτείων» του Πάπα απέναντι στην ορθόδοξη εκκλησία, τη στιγμή που οι Τούρκοι ήταν προ των πυλών της Πόλης, οι ψευτοπατριώτες που σε πολλές περιόδους της ιστορίας μας έπαιξαν καταστροφικό ρόλο παριστάνοντας τους «ανεξάρτητους» Έλληνες που προασπίζονται τα εθνικά συμφέροντα (τη στιγμή που νοιάζονταν μόνο για τα δικά τους), παρέσυραν το λαό, που αρνήθηκε τη συμμαχία με τους δυτικούς.

Το αποτέλεσμα βέβαια είναι γνωστό: τέσσερις αιώνες τουρκοκρατίας που κατέστρεψαν και περιθωριοποίησαν οριστικά τον ελληνισμό. Και αν δεν ήταν αυτοί οι Δυτικοί που μονίμως βρίζουμε αλλά μονίμως σ' αυτούς προστρέχουμε όταν έχουμε προβλήματα (και τους Ρωμαίους άλλωστε εμείς τους φέραμε στην Ελλάδα), ακόμα υπόδουλοι στους Τούρκους θα είμαστε. Γιατί το σύγχρονο ελληνικό κράτος δεν θα είχε δημιουργηθεί αν δεν γινόταν η ναυμαχία του Ναυαρίνου, όπου οι δυτικές δυνάμεις νίκησαν τους Τούρκους και τους ανάγκασαν να φύγουν από την Ελλάδα. Η ελληνική επανάσταση είχε ήδη ηττηθεί κατά κράτος από τον Ιμπραήμ, αφού οι «ηρωικοί» έλληνες επαναστάτες είχαν καταφέρει να καταστρέψουν μόνοι τους τις επιτυχίες τους, ξεκινώντας... εμφύλιο πόλεμο στη διάρκεια της επανάστασης! Οι ευρωπαϊκοί στόλοι έδιωξαν τους Τούρκους από την Ελλάδα, τη στιγμή που οι απόγονοι των αρχαίων Ελλήνων, που είχαν ξεσηκώσει υπέρ τους την κοινή γνώμη στις ευρωπαϊκές χώρες με τον ξεσηκωμό τους, είχαν καταντήσει να πολεμούν μεταξύ τους.

Το χέρι στο μαχαίρι, όμως, και το κεφάλι στον τοίχο το χτυπήσαμε κι άλλες φορές και κάθε φορά τρώγαμε κι από μια μεγάλη σφαλιάρα, που παρ' όλα αυτά δεν φαίνεται ποτέ να μας προβλημάτισε. Τον Χαρίλαο Τρικούπη τον ξαποστείλαμε ως αποτυχημένο, αλλά οι αντίπαλοί του μας οδήγησαν μετά στον πόλεμο του 1897 και την καταστροφική ήττα από την Τουρκία. Τον Ελευθέριο Βενιζέλο επίσης, αλλά οι αντίπαλοί του μας οδήγησαν μετά στη μικρασιατική καταστροφή. Μετά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, η αριστερά μέσα στον τυφλό ιδεολογικό φανατισμό της αρνιόταν να δεχτεί ότι είναι δυνατόν να έχει γίνει η συμφωνία της Γιάλτας (την οποία βεβαίως ο Στάλιν τήρησε κατά γράμμα), με αποτέλεσμα να συρθεί σ' έναν εμφύλιο πόλεμο, που κατέστρεψε την ίδια, αλλά και την Ελλάδα! Σε κάθε περίπτωση, και στη σύγχρονη Ελλάδα, και στην αρχαία, και στο Βυζάντιο, ο φανατισμός, ιδεολογικός, θρησκευτικός, ακόμα και προσωπικός, υπερίσχυε της κοινής λογικής, με τη βοήθεια και κάποιων δήθεν πατριωτών που στην πραγματικότητα ενδιαφέρονταν μόνο για το τομάρι τους.

Μια τέτοια τάση αναπτύσσεται και σήμερα στην Ελλάδα, με αφορμή της διαμάχη γύρω από το περιβόητο μνημόνιο (που δεν θα κουραστώ να επαναλαμβάνω ότι δεν εφαρμόστηκε ποτέ, άρα δεν ξέρουμε αν αυτό φταίει πράγματι για τα χάλια μας). Τη στιγμή που σε όλη την υφήλιο μιλάνε για εμάς και για τις παγκόσμιες επιπτώσεις της ανερμάτιστης πορείας μας, τη στιγμή που ακόμα και ηγέτες χωρών που δεν είναι και μεγαλύτεροι φίλοι του ευρώ, όπως ο Βρετανός πρωθυπουργός, μας λένε «αποφασίστε αν θέλετε να είστε μέσα ή έξω», τη στιγμή που ο νέος, αριστερός, πρόεδρος της Γαλλίας από τον οποίο οι αφελείς περίμεναν σχεδόν να μας χαρίσει τα χρέη, λέει ότι «οι συμφωνίες πρέπει να τηρηθούν», τη στιγμή που ακόμα κι ο πρόεδρος της μοναδικής σήμερα υπερδύναμης, αν και έξω από την Ευρώπη, ασχολείται με το ελληνικό πρόβλημα και υποδεικνύει την ανάγκη να παραμείνουμε στο ευρώ, υπάρχουν κάποιοι που υποστηρίζουν σοβαρά (και κάποιοι τόσο αφελείς ώστε να το πιστεύουν) ότι είναι δυνατόν η Ελλάδα των 10 εκατομμυρίων ανθρώπων να... εκβιάσει ολόκληρη την υφήλιο, απαιτώντας να διαγράψουμε εντελώς το μνημόνιο και ταυτόχρονα να μείνουμε στο ευρώ και οι άλλοι Ευρωπαίοι να μας χαρίσουν τα παλιά δάνεια, αλλά και να συνεχίσουν να μας δίνουν νέα (γιατί αν δεν εφαρμόσουμε το μνημόνιο θα εξακολουθήσουμε να έχουμε ελλείμματα, τα οποία φυσικά κάποιος πρέπει να χρηματοδοτήσει). Κι αν οι άλλοι δεν δεχτούν και μας κόψουν τη χρηματοδότηση, εμείς θα σταματήσουμε να πληρώνουμε τα δάνεια και μετά, λέει, θα ξαναγυρίσει στην Ελλάδα η ελπίδα! Δεν μπορούν καν να διανοηθούν τί πρόκειται να υποστούμε αν αποφασίσουμε να δημιουργήσουμε παγκόσμια οικονομική κρίση με τη στάση πληρωμών (που ούτως ή άλλως δεν θα μας λύσει το πρόβλημα, αλλά θα το κάνει χειρότερο). Δεν καταλαβαίνουν πως όταν αποφασίζεις να παραβιάσεις συμφωνίες και να δημιουργήσεις πρόβλημα σε μερικές δεκάδες χώρες και μερικά δισεκατομμύρια ανθρώπους, χωρίς μάλιστα όφελος για σένα (γιατί στάση πληρωμών σημαίνει έξοδο από το ευρώ, πλήρη αδυναμία δανεισμού και εξαθλίωση της Ελλάδας σε επίπεδα προπολεμικά), πρέπει να περιμένεις αναπόφευκτα και την αντίδρασή τους, χωρίς μάλιστα να έχεις ούτε ένα σύμμαχο. Η Ελλάδα θα εξαφανιστεί από τον παγκόσμιο χάρτη αν αποφασίσει να παίξει το ρόλο του εκβιαστή, που ούτως ή άλλως θα αποτελεί όνειδος για την ιστορία μας για πάντα. Κι αυτοί που λένε σήμερα ότι δεν έχουν τίποτα να χάσουν, γιατί ήδη έχουν υποστεί πολλά, θα καταλάβουν τότε (αλλά θα είναι αργά) ότι δυστυχώς υπήρχαν ακόμα πολλά χειρότερα που μπορούσαν να πάθουν. Κάποτε πρέπει να καταλάβουμε ότι το παιχνίδι παίζεται με κανόνες και μπορεί μέσα στην Ελλάδα, ως κακομαθημένα παιδιά, να έχουμε μάθει να παραβιάζουμε κατά βούληση τους κανόνες, αλλά σε διεθνές επίπεδο δεν μας παίρνει να τους αγνοούμε...

Πέμπτη 19 Απριλίου 2012

Πριν τις εκλογές

Ποτέ ίσως στα περίπου 40 χρόνια μετά τη μεταπολίτευση, αλλά και ακόμα παλιότερα, στις δεκαετίες από τον πόλεμο μέχρι τη χούντα, οι έλληνες ψηφοφόροι δεν βρέθηκαν σε μια τόσο μεγάλη σύγχυση πριν από εκλογές, όσο σ' αυτές τις εκλογές της 6ης Μαΐου. Μ' ένα κατακερματισμένο πολιτικό σύστημα, με μια χώρα υπό κατάρρευση, μ' ένα σωρό καιροσκόπους να ποντάρουν στην απογοήτευση και το θυμό του κόσμου για να τάξουν λαγούς με πετραχήλια μπας και εξασφαλίσουν μια θέση στην πιο σίγουρη δουλειά που υπάρχει στην Ελλάδα, την ελληνική Βουλή, με τις «παραδοσιακές» πολιτικές δυνάμεις που για χρόνια πρωταγωνιστούσαν στην «κεντρική πολιτική σκηνή» να έχουν χάσει εντελώς την αξιοπιστία τους, ο έλληνας ψηφοφόρος πρέπει παρ' όλα αυτά να διαλέξει αυτούς που θα κυβερνήσουν τη χώρα. Σε μια εποχή μάλιστα που το διακύβευμα είναι σημαντικότερο από ποτέ και θα επηρεάσει αρκετές γενιές Ελλήνων μετά από εμάς. Γιατί εκτός από τη διαχείριση μια καταρρέουσας οικονομίας, οι επιλογές που θα κάνουμε θα επηρεάσουν και το επίπεδο συμμετοχής της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, τις σχέσεις μας με τους εταίρους μας, τη συμμετοχή μας στο ευρώ και τα επόμενα στάδια της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, αλλά και στη συνολική εικόνα της Ελλάδας διεθνώς, που με τη σειρά της θα επηρεάσει τις πιθανές ξένες επενδύσεις και τον τουρισμό.

Μια πρώτη παρατήρηση που μπορεί να γίνει, είναι ότι οι καιροσκόποι που εμφανίστηκαν τον τελευταίο καιρό, δεν προέκυψαν από το πουθενά, όπως έχει συμβεί σε πολλές άλλες χώρες στο παρελθόν, αλλά είναι γέννημα-θρέμμα των δύο μεγάλων κομμάτων που κυβερνούν την Ελλάδα τα τελευταία τριάντα χρόνια και είχαν πλήρη συμμετοχή στην καταστροφική πολιτική τους (αν συμμετείχαν και στο μεγάλο φαγοπότι δεν μπορούμε να το ξέρουμε, τουλάχιστον όμως το ανέχτηκαν και το στήριξαν ως κυβερνητικοί βουλευτές). Και ξαφνικά, όπως τα ποντίκια που εγκαταλείπουν το καράβι όταν βουλιάζει, μόλις διαπίστωσαν ότι ο δικομματισμός τρικλίζει, ανακάλυψαν τα «δίκαια του λαού» και την «εθνική αξιοπρέπεια», που θίγονται από το μνημόνιο που... ποτέ δεν εφαρμόστηκε εξαιτίας και της δικής τους στάσης (ενώ δεν θίγονταν όταν αυτοί στήριζαν τη φαυλότητα και τη διαφθορά του παρελθόντος). Είναι πραγματικά εξοργιστικό να βλέπει κανείς ανθρώπους σαν τον Καμμένο και τον Μανώλη, το Δημαρά, την Κατσέλη και τον Καστανίδη να εμφανίζονται ως αντιμνημονιακοί σωτήρες, τη στιγμή που συμμετείχαν ενεργά στην πολιτική που οδήγησε στη χρεοκοπία και το μνημόνιο, εκφράζοντας μάλιστα την πιο ακραία μορφή της. Και είναι λυπηρό που τόσος κόσμος, όπως δείχνουν τουλάχιστον οι δημοσκοπήσεις, έχει κιόλας ξεχάσει αυτή την ευθύνη τους και είναι έτοιμος να τους επιβραβεύσει με την ψήφο του.

Ξεχωριστή περίπτωση αποτελούν η Μπακογιάννη και ο Καρατζαφέρης, που «έφυγαν από τη στάνη» πριν την εποχή του μνημονίου, όχι με περισσότερο ευγενείς στόχους από τους παραπάνω όμως. Η πρώτη, ένα από τα σημαίνοντα τέκνα του παλαιοκομματισμού κι από τους βασικούς  υπεύθυνους της καταστροφικής και φαύλης πολιτικής των κυβερνήσεων του Καραμανλή του Μικρού, ανακάλυψε ξαφνικά τα κακά του παλαιοκομματισμού μόλις έχασε την κούρσα για την αρχηγία του ενός από τους δύο μεγάλους παλαιοκομματικούς σχηματισμούς, λες και είμαστε τυφλοί, κουφοί και άνοες και την εποχή που μεσουρανούσε στη ΝΔ και δεν πήραμε χαμπάρι την παρουσία της. Ο δεύτερος, από τα πιο κλασικά δείγματα καιροσκόπου λαϊκιστή που ποντάρει στα πιο ταπεινά ένστικτα αμόρφωτων κυρίως ψηφοφόρων και είναι ανά πάσα στιγμή έτοιμος να αλλάξει ρότα προς την κατεύθυνση που φυσάει ο αέρας, έχει ήδη αρχίσει να ξεφουσκώνει, γιατί τέτοιοι καιροσκόποι έχουν πάντα ημερομηνία λήξης, αφού ο κόσμος τους παίρνει χαμπάρι γρήγορα. Για τους φασίστες της Χρυσής Αυγής, που έκαναν την εμφάνισή τους όπως τα όρνια πάνω από τα ψοφίμια, δεν χρειάζεται καν να πει κανείς τίποτα: στο πυρ το εξώτερο! Ζουν ακόμα στις μέρες μας άνθρωποι που έζησαν από κοντά το φασισμό, για να μπορούμε τόσο εύκολα να ξεχάσουμε τα εγκλήματά του και τις καταστροφές που έφερε.

Τα δύο «κόμματα εξουσίας» είναι αυτό ακριβώς που λέει το όνομά τους. Δηλαδή οι βασικοί υπεύθυνοι για το κομματικό πλιάτσικο στην Ελλάδα εδώ και δεκαετίες, που οδήγησε στη χρεοκοπία της χώρας και την εξαθλίωση μεγάλου μέρους του πληθυσμού της. Πολλά από τα πρωτοκλασάτα στελέχη τους μάλιστα εμφανίζονται αμετανόητα να συνεχίζουν την φαύλη παλαιοκομματική πολιτική που μας οδήγησε ως εδώ. Είναι χαρακτηριστικό το ότι πολέμησαν λυσσωδώς κάθε προσπάθεια να μειωθούν τα προνόμια των υπαλλήλων της Βουλής, που αποτελούν το πιο προκλητικό τμήμα της κομματικής νομενκλατούρας, την ίδια  στιγμή που πετσόκοβαν τις αμοιβές των υπόλοιπων υπαλλήλων του δημοσίου και τις συντάξεις των γερόντων. Και είναι χαρακτηριστικό το ότι δεν έκαναν ούτε μία από τις μεταρρυθμίσεις που ζητούσε η τρόικα στο πλαίσιο του μνημονίου (που με δική τους ευθύνη δεν εφαρμόστηκε ποτέ) για να περιορίσουν τα προνόμια και τις κλεψιές κομματικών φίλων, προτιμώντας αντί γι' αυτά να αυξήσουν τους φόρους σε όσους ήδη πλήρωναν και να μειώσουν μισθούς και συντάξεις. Οι τελευταίες εξελίξεις σ' αυτά τα δύο κόμματα, με την επάνοδο ανθρώπων που έχουν καταδικαστεί στη συνείδηση του κόσμου, είτε ως ανίκανοι είτε απλώς ως φαύλοι και που είχαν διαγραφεί από τις ηγεσίες τους, δείχνει ότι η παλαιοκομματική νοοτροπία τους δεν άλλαξε στο παραμικρό και ότι εξακολουθούν να λειτουργούν ως μέρος της πολιτικής συμμορίας που κατέστρεψε τη χώρα.

Η αριστερά, από την πλευρά της, έχει κι αυτή τεράστια ευθύνη για την κατάντια μας, παρά την κουτοπόνηρη τακτική της να υποστηρίζει ότι δεν άσκησε εξουσία. Αν το να καταλαμβάνει μια οργανωμένη δυναμική μειοψηφία κτίρια, λιμάνια και δρόμους, να κλείνει σχολεία και πανεπιστήμια όποτε θέλει, να αποκλείει επιχειρήσεις και να απαγορεύει την είσοδο σε εργαζόμενους που θέλουν να πάνε στη δουλειά τους, να ανοίγει με τσαμπουκά τα διόδια και να σπάει τα ακυρωτικά μηχανήματα στις συγκοινωνίες, να διακόπτει τις παρελάσεις και να καταλύει το δικαίωμα της ελεύθερης διακίνησης ιδεών σταματώντας με τη βία εκδηλώσεις όταν δεν της αρέσουν οι ομιλητές, χωρίς την παραμικρή επίπτωση από την πλευρά του κράτους που κάνει πως δεν καταλαβαίνει και χωρίς το φόβο της παραμικρής καταδικαστικής απόφασης, δεν είναι άσκηση εξουσίας, τότε οι λέξεις έχουν χάσει το νόημά τους. Δυστυχώς το ΚΚΕ, κυρίως, αλλά και ο Συνασπισμός δείχνουν πως το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι να οδηγήσουν την Ελλάδα στο χάος, ελπίζοντας ότι η εξαθλίωση ακόμα μεγαλύτερων τμημάτων του πληθυσμού θα αυξήσει την πολιτική επιρροή τους. Τα στελέχη τους γνωρίζουν πως έχουν εξασφαλίσει το μέλλον τους μέσα από το επάγγελμα της πολιτικής ό,τι και να συμβεί σε όλους εμάς τους υπόλοιπους και δεν δίνουν δεκάρα για εμάς. Στην ουσία είναι από τους ελάχιστους Έλληνες που θα βελτιώσουν τη θέση τους αν καταρρεύσει η Ελλάδα κι έρθουν αυτοί στην εξουσία. Εμείς θα μοιραστούμε τα ξεροκόμματα που θ' απομείνουν κι αυτοί θα ζουν με τα προνόμια όλων των εξουσιαστών, όπως η τα κομματικά στελέχη του πρώην ανατολικού μπλοκ. Γι' αυτό και δεν έχουν κανένα ρεαλιστικό πρόγραμμα με το οποίο θα μπορούσε να διακυβερνηθεί μια χώρα στο σημερινό κόσμο και οι προτάσεις τους είναι μια ακατάσχετη παροχολογία, μπροστά στην οποία ωχριά ακόμα και το ανέκδοτο «λεφτά υπάρχουν» με το οποίο κέρδισε τις εκλογές ο Γιωργάκης που έδειξε κάποια στιγμή να γίνεται Γιώργος και τελικά αποδείχθηκε πράγματι Γιωργάκης.

Η ΔΗΜΑΡ, αποτέλεσε μια ελπίδα ότι υπάρχουν και σοβαροί άνθρωποι στην Αριστερά που δεν βλέπουν την προσπάθεια για σοσιαλιστική κατεύθυνση της οικονομίας να περνάει απαραίτητα μέσα από το χάος, η αγωνιώδης προσπάθειά της όμως να αυξήσει την επιρροή της συνεργαζόμενη με αποτυχημένους πασοκτζήδες, δεν δείχνει τη συνέπεια που θέλει να μας πείσει ότι έχει. Και η απροθυμία της να προτείνει κάποιες συγκεκριμένες λύσεις, ακόμα και κόντρα στην κλασικά «αριστερή» συνθηματολογία, θυμίζει παλαιοκομματικό παρελθόν και όχι σύγχρονο κόμμα που θέλει να συμμετάσχει στη λύση των προβλημάτων. Όσο για τους «Οικολόγους», χαρακτηρίζονται από την ίδια ακριβώς έλλειψη σοβαρότητας που διακρίνει όλες τις πολιτικές δυνάμεις, λες και η πολιτική στην Ελλάδα έχει λουστεί με κάποιο απωθητικό για τους σοβαρούς ανθρώπους. Ανύπαρκτοι και ασύντακτοι, με τα μικροσυμφέροντα και τα μικροκόμπλεξ να υπερτερούν του σοβαρού σκοπού που υποτίθεται πως έχουν, με πλήρη ανυπαρξία ρεαλιστικών προτάσεων και προγραμμάτων, δεν έχουν την παραμικρή σχέση με αντίστοιχα ευρωπαϊκά κόμματα, που έφτασαν μέχρι και σε συμμετοχή στην εξουσία, επηρεάζοντας με σοβαρότητα και υπευθυνότητα την περιβαλλοντική πολιτική των χωρών τους. Αλήθεια, ποιος θυμάται στην Ελλάδα τη μία και μοναδική (γι' αυτό ίσως!) παρουσία τους στην ελληνική Βουλή;

Δηλαδή δεν μένει τίποτα να ψηφίσουμε, αναρωτιέται κανείς μετά απ' όλα αυτά; Μα, δυστυχώς αυτή είναι η τραγωδία της σημερινής Ελλάδας. Αφήνοντας τόσα χρόνια μια πολιτική συμμορία 5-6 κομμάτων να λυμαίνεται τη χώρα, βολεύοντας ημετέρους και διαφθείροντας την ελληνική κοινωνία με υποσχέσεις, κολακείες και παροχές με δανεικά, ο ελληνικός λαός δεν επέτρεψε να εμφανιστούν υγιείς νέες πολιτικές δυνάμεις. Και τώρα βρίσκεται μπροστά σε αδιέξοδο, καθώς τα κοράκια έχουν μαζευτεί γύρω του, ψάχνοντας για δουλειά στο κοινοβούλιο! Η ζωή όμως συνεχίζεται, δυστυχώς η χώρα δεν μπορεί να μείνει ακυβέρνητη γιατί τα πράγματα θα γίνουν ακόμα χειρότερα, δυστυχώς πρέπει να διαλέξουμε «το μη χείρον» και σίγουρα πρέπει να κλείσουμε το δρόμο στις ακραίες φωνές που περιμένουν να επωφεληθούν από τη χρεοκοπία και την κατάρρευση. Είναι σίγουρο πως ένα, αρκετά μικρότερο μεν από παλιά, αλλά πάντως μεγάλο μέρος των ψηφοφόρων θα στραφεί και πάλι αναγκαστικά προς τα δύο μεγάλα κόμματα. Σ' αυτή την περίπτωση, όμως, δεν υπάρχει καμία δικαιολογία για την υπερψήφιση των «προβεβλημένων» στελεχών και γόνων του παλαιοκομματισμού που μας ταλαιπωρούν τόσο χρόνια (ούτε όμως και των μαϊντανών της τηλεόρασης, του θεάτρου και του ποδοσφαίρου που βάζουν ως γλάστρες στα ψηφοδέλτιά). Ας διαβάσουν οι ψηφοφόροι βιογραφικά, ας ψάξουν για τους καλύτερους ανάμεσα στους νέους και άφθαρτους, αλλά ας μαυρίσουν επιτέλους τον κάθε Ρέππα ή Παναγιωτόπουλο, τον κάθε Χρυσοχοΐδη ή Τσιτουρίδη, την κάθε Ξενογιαννακοπούλου ή Κεφαλογιάννη, τον κάθε Παπουτσή ή Μητσοτάκη, τον κάθε Πετσάλνικο ή Παυλόπουλο, τον κάθε Καρχιμάκη ή Βαρβιτσιώτη κλπ., κλπ. κλπ. Προς τα αριστερά και πάλι ισχύει «το μη χείρον βέλτιστον» και μπροστά στην ανευθυνότητα ΚΚΕ και Συνασπισμού είναι σαφώς προτιμότερη η ΔΗΜΑΡ (με μαύρο, όμως, στους παλαιοπασόκους που φιλοξενεί), ενώ αν κάποιος ψάχνει για κάτι έξω από τα καθιερωμένα προς εκείνους που προσδιορίζονται ως «φιλελεύθεροι» (και όχι νεοφιλελεύθεροι, όπως σωρηδόν τους ομαδοποιούν πονηρά μερικοί), μόνο κάποιοι μικροί νέοι σχηματισμοί, όπως η «Δημιουργία ξανά», δίνουν υποσχέσεις ανανέωσης της πολιτικής σκέψης και πρακτικής.

Σε κάθε περίπτωση, ο χωρισμός των Ελλήνων και των πολιτικών δυνάμεων της Ελλάδας σε μνημονιακούς και αντιμνημονιακούς είναι μία ηλιθιότητα (όταν δεν είναι πονηρή σκοπιμότητα). Το μνημόνιο δεν είναι πολιτική ούτε δόγμα, είναι ένα εργαλείο για την επίτευξη του στόχου, που είναι η μείωση των ελλειμμάτων. Αλλά επιτρέπει εναλλακτικές λύσεις, αρκεί να τις εφαρμόσουμε! Καμία τρόικα και κανένα μνημόνιο δεν μας εμποδίζει να αυξήσουμε τις συντάξεις, αν μειώσουμε από αλλού τις σπατάλες, σταματώντας π.χ. το φαγοπότι στην υγεία. Καμία τρόικα και κανένα μνημόνιο δεν μας εμποδίζει να μειώσουμε τους φόρους σ' αυτούς που ήδη πληρώνουν, αν εισπράξουμε παραπάνω από τους κλέφτες που φοροδιαφεύγουν. Καμία τρόικα και κανένα μνημόνιο δεν μας εμποδίζει να αυξήσουμε τους μισθούς, αν αυξήσουμε και την παραγωγικότητα. Το μνημόνιο μας επιβάλλει μόνο το αποτέλεσμα κι αν προβλέπει μέτρα, επιτρέπει την αντικατάστασή τους με άλλα ισοδύναμα. Η επιλογή είναι δική μας.

Κυριακή 18 Μαρτίου 2012

Το θράσος έχει και όρια!

Στις δύσκολες εποχές βγαίνουν στον αφρό όλα τα κατακάθια του πολιτικού συστήματος, γιατί όταν τα πράγματα αρχίζουν να σκουραίνουν δεν είναι εύκολη η συνέχιση μιας λαθραίας επιβίωσης με ανυπαρξία θέσεων και έργων. Τότε οι πιο θρασείς από εκείνους που παρίσταναν τόσα χρόνια στις πλάτες μας τους «δημόσιους άνδρες» (και γυναίκες!), γίνονται ξαφνικά τιμητές των πάντων, πλειοδοτούν σε ανεδαφικές απαιτήσεις και υποσχέσεις και προσπαθούν να βρουν διέξοδο από την εξαφάνιση στην οποία τους οδηγεί η ανυπαρξία τους. Σε τέτοιες δύσκολες στιγμές, άλλωστε, ένα μέρος του λαού διολισθαίνει δυστυχώς εύκολα προς τα άκρα και προς κάθε τυχοδιώκτη που είναι έτοιμος να υποσχεθεί τα πάντα, για να εκμεταλλευθεί την απελπισία, το θυμό και  την αβεβαιότητα εκείνων που ψάχνουν τη σωτηρία τους σε σωτήρες και όχι στην κοινή λογική.

Οι συχνές αναφορές τελευταία στη δημοκρατία της Βαϊμάρης, αυτή που οδήγησε στην άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία μέσα από απολύτως δημοκρατικές διαδικασίες από ένα ταπεινωμένο και εξαθλιωμένο γερμανικό λαό με τα τραγικά επακόλουθα που γνωρίζουμε, είναι απολύτως εύστοχες και καθόλου εκτός πραγματικότητας. Οι Έλληνες είναι ευφυείς κι έχουν αρκετά έντονα αντανακλαστικά αυτοσυντήρησης, είναι όμως ταυτόχρονα και αρκετά παρορμητικοί και πολύ ατομιστές κι αυτό συχνά τους οδηγεί σε επιλογές που δεν παρέχουν τα ελάχιστα εχέγγυα αξιοπιστίας. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο, ότι πίστεψαν και ψήφισαν τον Παπανδρέου μετά από μία προεκλογική εκστρατεία που βασίστηκε στο προφανώς ανεδαφικό και ψευδές σύνθημα «λεφτά υπάρχουν», ούτε ότι ο Σαμαράς ανέβηκε σημαντικά στις δημοσκοπήσεις όταν άρχισε να προβάλει το εξίσου ανεδαφικό σύνθημα της εκ των υστέρων... επαναδιαπραγμάτευσης του μνημονίου.

Τις τελευταίες μέρες, όμως, καθώς τα πράγματα άρχισαν να ξεκαθαρίζουν και οι πολιτικοί χρειάστηκε ν' αφήσουν τις γενικότητες και να πάρουν αποφάσεις, καθώς πλησιάζουν οι εκλογές και αυτές οι αποφάσεις, αλλά και η πολιτική δράση (ή... αδράνεια) των τελευταίων δύο ετών θα επιβραβευθούν ή θα τιμωρηθούν από τους πολίτες πολύ πιο έντονα απ' ότι στο παρελθόν, οι μάσκες έπεσαν. Η κομματική πειθαρχία κατέρρευσε και τα δύο μεγάλα κόμματα άρχισαν να φυλλορροούν όταν ήρθε η ώρα να πάρουν τη μεγάλη απόφαση (την ψήφιση του νέου μνημονίου) για την παραμονή της Ελλάδας στο ευρώ και την Ε.Ε. (με θυσίες και με όρους που μπορεί να μην είναι οι καλύτεροι δυνατοί, αλλά δυστυχώς δεν εξαρτάται πλέον από εμάς να του αλλάξουμε) ή για την άτακτη χρεοκοπία και την πλήρη κατάρρευση της ελληνικής κοινωνίας.

Δεν θα αναφερθώ στις αντιδράσεις των κομμάτων, κοινοβουλευτικών και εξωκοινοβουλευτικών, που αντιπροσωπεύουν τα άκρα του πολιτικού συστήματος (τα οποία βρίσκονται πολύ πιο κοντά απ' ότι νομίζουν μερικοί) γιατί ούτως ή άλλως είναι γνωστό ότι αυτά πάντα ψαρεύουν σε θολά νερά κι έχουν ως βασική επιδίωξη την πρόκληση χάους και δυστυχίας στην κοινωνία, ελπίζοντας στην αύξηση των ψηφοφόρων και των κομματικών τους στρατών. Ξαφνικά, όμως, καθώς οι εκλογές πλησιάζουν και η ψηφοθηρία ενισχύεται, μας προέκυψαν «επαναστάτες» και στα δύο μεγάλα κόμματα, άνθρωποι που συμμετείχαν στην άθλια πολιτική των τελευταίων δεκαετιών (συμπεριλαμβανομένων και των δύο τελευταίων ετών) που μας οδήγησε στο σημερινό κατήφορο, άνθρωποι που στήριξαν τόσα χρόνια τη φαυλοκρατία, τη διαφθορά και το πελατειακό κράτος, άνθρωποι που συμμετείχαν ακόμα και σε υπουργικά συμβούλια που αποφάσισαν πολιτικές τις οποίες σήμερα κατακρίνουν. Κι όχι μόνο άρχισαν να κάνουν κριτική, όχι μόνο το έπαιξαν μάγκες εκ του ασφαλούς καταψηφίζοντας το μνημόνιο που ήξεραν ότι θα ψηφίσουν άλλα κορόιδα, με αντίστοιχες ευθύνες ίσως για το παρελθόν, τουλάχιστον όμως με μεγαλύτερη υπευθυνότητα απέναντι στο μέλλον, αλλά είχαν και το θράσος μόλις βρέθηκαν αναπόφευκτα ως ριψάσπιδες εκτός των κομμάτων τους, να δημιουργήσουν κόμματα με... αντιμνημονιακή σημαία και να μας καλούν να ξεχάσουμε το παρελθόν και το παρόν τους και να εξασφαλίσουμε το μέλλον τους (γιατί περί αυτού πρόκειται!). Και το κακό είναι ότι υπάρχουν άνθρωποι, έτοιμοι να πιστέψουν και να ψηφίσουν τους νεόκοπους σωτήρες ως αντίδραση στα δύο μεγάλα κόμματα, ξεχνώντας τόσο εύκολα ότι αυτοί οι «σωτήρες» είναι από τους πρωτεργάτες της καταστροφικής πολιτικής αυτών των κομμάτων.

Είναι πραγματικά εξοργιστικό να βλέπεις ανθρώπους σαν τον Καμμένο και τον Μανώλη, σαν την Κατσέλη και τον Καστανίδη, που εκπροσωπούν ό,τι πιο αποτυχημένο, ό,τι πιο παλαιοκομματικό και φαύλο έχει να επιδείξει το πολιτικό μας σύστημα, να παριστάνουν τους τιμητές και να ζητούν την ψήφο μας ως σωτήρες, με πολιτικά προγράμματα βασισμένα ακριβώς στις συνταγές που μας κατέστρεψαν. Είναι πραγματικά παρανοϊκό να βλέπεις την Κατσέλη, που πριν τις εκλογές, με την Ελλάδα υπό κατάρρευση, ευαγγελιζόταν ακόμα την ενίσχυση του (χρεοκοπημένου) κράτους, που έλεγε πως θα... ξαναγοράσει το λιμάνι από τους Κινέζους, που ως υπουργός σαμποτάρισε με κάθε τρόπο το νέο μνημόνιο οδηγώντας τελικά σε ακόμα χειρότερα μέτρα, ή τον Μανώλη, που στήριξε κάθε ακραία συνδικαλιστική διεκδίκηση και ήταν από τους βασικούς εκφραστές του παλαιοκομματισμού και του πελατειακού κράτους, να μας προκύπτουν... αντιμνημονιακοί σωτήρες. Να βλέπεις ανύπαρκτους σαν τον Καμμένο και τον Καστανίδη, που δεν πρόσφεραν τίποτα σ' αυτόν τον τόπο, πέρα από τη στήριξη στις καταστροφικές πολιτικές των διεφθαρμένων πρώην κομμάτων τους, να παριστάνουν τους... ηγέτες. Το θράσος έχει και όρια!

Δευτέρα 20 Φεβρουαρίου 2012

Το εφικτό ή το επιθυμητό;

Στη χώρα αυτή ποτέ δεν αναπτύχθηκε πραγματικός πολιτικός διάλογος, με επιχειρήματα που να βασίζονται στην πραγματικότητα (μέσα από την ιδεολογική αντίληψη του καθενός φυσικά), αλλά η πολιτική αντιπαράθεση βασίστηκε πάντα σε σχηματικές αντιθέσεις και χαρακτηρισμούς, σε στερεότυπα που αρκούσαν για να σε κάνουν να είσαι «υπέρ» ή «εναντίον», ασχέτως πραγματικών περιστατικών και ρεαλιστικών προτάσεων. Με αποτέλεσμα πολλές φορές να συνασπίζονται πίσω από τέτοια στερεότυπα, ετερόκλητα στοιχεία από τα οποία ήταν αδύνατον να παραχθεί αποτελεσματική πολιτική. Στη μεταπολεμική περίοδο υπήρξαν πολλές τέτοιες αντιπαραθέσεις στερεοτύπων, «καλών» και «κακών» ανάλογα με τους συσχετισμούς δυνάμεων, σχηματικών διαχωριστικών ανάμεσα σε «αριστερούς» (γενικώς!) και «εθνικόφρονες», «δεξιούς» (επίσης γενικώς!) και «δημοκρατικές δυνάμεις» κλπ.

Αυτή την εποχή η διαχωριστική γραμμή έχει χαραχθεί ανάμεσα σε «μνημονιακούς» και «αντιμνημονιακούς», με τέτοια βιαιότητα μάλιστα (γιατί είναι και δύσκολες εποχές κι ο καθένας κοιτάει πλέον πιο προσεκτικά προς τα πού φυσάει ο αέρας), που κατάφερε να περάσει μέσα από τους κομματικούς ιστούς και να οδηγήσει σε αντιπαραθέσεις και διαγραφές ακόμα και μέσα στα κόμματα εξουσίας. Ένας διαχωρισμός εντελώς ηλίθιος, γιατί είναι προφανές ότι κανείς έχων σώας τα φρένας δεν μπορεί να είναι «υπέρ» του μνημονίου και των μέτρων που περιλαμβάνει, άσχετα αν καταλήγει να το αποδέχεται ως λύση, γιατί γνωρίζει ότι δεν υπάρχει εναλλακτική. Κανένας καρκινοπαθής δεν είναι «υπέρ» της χημειοθεραπείας, που του διαλύει τον οργανισμό και τον κάνει να του πέφτουν τα μαλλιά, αλλά την κάνει τη χημειοθεραπεία μπας και γλιτώσει από το θάνατο. Η πραγματική αντιπαράθεση, λοιπόν, είναι ανάμεσα στο εφικτό και το επιθυμητό, το οποίο μπορεί να είναι ελκυστικό ως ιδέα, η επιδίωξή του όμως πέρα από τα όρια του εφικτού μπορεί να οδηγήσει σε καταστροφή. Κι επειδή έχουμε χιλιάδες χρόνια ιστορία, έχουμε μπόλικα τέτοια παραδείγματα, τα οποία μάλιστα δείχνουν ότι συχνά αυτοί που επωφελήθηκαν από την καταστροφή που προκάλεσε η επιδίωξη του ανέφικτου επιθυμητού, ήταν από τους πρωτεργάτες αυτής της επιδίωξης!

Θα θυμίσουμε, σ' ένα από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα (που -σκοπίμως- ελάχιστα μας θυμίζουν κατά τη διδασκαλία της ιστορίας μας), ότι μετά την άλωση της Πόλης διορίστηκε ως Πατριάρχης από το σουλτάνο Μωάμεθ ο Γεννάδιος Σχολάριος. Ένας από τους πρωταγωνιστές τού τότε «αντιμνημονιακού» αγώνα, του αγώνα δηλαδή εναντίον της συμφωνίας για ένωση των εκκλησιών και αναγνώριση των πρωτείων του Πάπα, με αντάλλαγμα τη βοήθεια της Δύσης απέναντι στην τουρκική απειλή. Οι φανατικοί αντιδυτικοί της εποχής, με το θρασύτατο σύνθημα μάλιστα «καλύτερα τούρκικο φέσι, παρά παπική τιάρα» (όπως το «καλύτερα χρεοκοπία και δραχμή» που ακούμε τώρα από κάποιους), ξεσήκωσαν το λαό, που δεν επέτρεψε την εφαρμογή της συμφωνίας. Αυτή η «εθνικά υπερήφανη» νίκη είχε ως παρενέργεια μια μικρή λεπτομέρεια: 400 χρόνια τουρκοκρατίας! Ο Γεννάδιος, όμως, έγινε Πατριάρχης, αποδεικνύοντας (για πολλοστή φορά στην ελληνική ιστορία) ότι οι φανατικοί «υπερπατριώτες» δεν νοιάζονται τελικά και τόσο για το «λαό» που ξεσηκώνουν, αρκεί να καθαρίσουν για πάρτη τους.

Το θέατρο που παίχτηκε την περασμένη εβδομάδα στη Βουλή με τη ψήφιση του μνημονίου και τις διαγραφές αυτών που θυμήθηκαν ξαφνικά το «λαό που υποφέρει» και το καταψήφισαν (ανάμεσά τους και κάποιοι από τους βασικούς υπεύθυνους για την καθυστέρηση λήψης μέτρων και για το σαμποτάρισμα του πρώτου μνημονίου, που οδήγησε στην ανάγκη ακόμα σκληρότερων μέτρων, όπως π.χ. η κυρία Λούκα) δείχνει πόσο σχηματική είναι η αντιπαράθεση και πόσα προσωπικά μικροσυμφέροντα (ή και μεγαλύτερα συμφέροντα) μπορεί να κρύβονται πίσω από τις μεγαλοστομίες. Με αποτέλεσμα να ξεχνάμε ότι, τελικά, το μνημόνιο δεν εφαρμόστηκε ΠΟΤΕ (για να έχει αποτέλεσμα ένα οποιοδήποτε  πρόγραμμα πρέπει να το εφαρμόσεις όπως σχεδιάστηκε και συμφωνήθηκε κι όχι  αποσπασματικά ό,τι γουστάρεις εσύ κι ό,τι δεν σαμποτάρει η κάθε κυρία Κατσέλη κι ο κάθε κύριος Ρέππας). Να ξεχνάμε ότι η βασική αντίθεση, από την αρχή των διαπραγματεύσεων για το χρέος, προέρχεται από τα άκρα (δεν είναι τυχαίο ότι στην τελική ψηφοφορία ξεσκεπάστηκε και ο Καρατζαφέρης, που παρίστανε μέχρι τότε τον «υπεύθυνο», ούτε ότι οι πιο ακραίες αντιδράσεις προέρχονται από τα πιο ακραία τμήματα της αριστεράς και της δεξιάς), αυτά δηλαδή που σε κάθε κρίση ψαρεύουν σε θολά νερά, ελπίζοντας να επωφεληθούν από μια πλήρη καταστροφή. Να ξεχνάμε ότι πολλοί από αυτούς που παριστάνουν τους υπέρμαχους των συμφερόντων του «λαού» και τις παρηγορήτρες για τα βάσανά του, σε όποιο μέρος του πολιτικού φάσματος κι αν βρίσκονται, έχουν «δεμένο το γάιδαρό τους», έχοντας εξασφαλίσει την επιβίωσή τους από την επαγγελματική ενασχόληση με την πολιτική, ό,τι κι αν συμβεί σ' εμάς τους υπόλοιπους. Αλλά είναι γνωστό ότι ως λαός έχουμε ασθενή μνήμη...

Πέμπτη 19 Ιανουαρίου 2012

Όλα εδώ πληρώνονται!

Μας είχαν πρήξει με την Ουγγαρία οι ...βαρύμαγκες των «κοινωνικών αγώνων», δεξιόστροφοι ή αριστερόστροφοι, που δεν χάνουν ευκαιρία να μας τονίζουν ότι η μόνη λύση στα προβλήματά μας είναι να  αγριέψουμε στους πιστωτές μας και τις περιβόητες «αγορές», να αρνηθούμε να πληρώσουμε τα χρέη μας, να γυρίσουμε στη δραχμή και να την υποτιμήσουμε για να γίνουμε ανταγωνιστικοί. «Να που κάποιοι τόλμησαν να πετάξουν έξω το ΔΝΤ», μας έλεγαν, «να που υπάρχουν τρόποι να βρεθούν λεφτά», εννοώντας την έκτακτη φορολογία που επέβαλε η ουγγρική κυβέρνηση στις τράπεζες, «να που υπάρχει λιγότερο επώδυνη και περισσότερο εθνικά υπερήφανη εναλλακτική λύση από τα μνημόνια και τις τρόικες».

Όλες οι αυταπάτες, βέβαια, τελειώνουν κάποια στιγμή και όλες οι βλακείες που κάνουν οι διάφορες κυβερνήσεις πληρώνονται μετά τοις μετρητοίς, από τους λαούς που αυτές κυβερνούν. Ξαφνικά η Ουγγαρία εξαφανίστηκε από τα επιχειρήματα όσων -από αφέλεια ή από σκοπιμότητα- προωθούν την ιδέα της άρνησης του χρέους και της αδιάλλακτης στάσης απέναντι στην ΕΕ και το ΔΝΤ. Γιατί στην Ουγγαρία «το έπαιξαν μάγκες» βέβαια, πέταξαν έξω το ΔΝΤ, έβαλαν φόρο στις τράπεζες, υποτίμησαν το νόμισμά τους, που δεν ήταν το «κακό ευρώ» για να τους καταδυναστεύει και όλα ήταν όμορφα κι ωραία, μέχρι που ήρθε η ώρα φυσικά να ξαναβγούν να δανειστούν. Γιατί δεν γίνεται στις μέρες μας να εξαλείψεις εντελώς την ανάγκη για δανεισμό, ακόμα κι αν είσαι η Γερμανία. Και από πού βγήκαν να δανειστούν, αφού έδιωξαν το ΔΝΤ; Από τις περίφημες «αγορές»!

Όπως ήταν επόμενο, οι «αγορές», που μπορεί κανείς να πει ότι θέλει εναντίον τους, αλλά το μόνο που δεν μπορεί να υποστηρίξει είναι ότι ελέγχονται από κορόιδα, είπαν στην Ουγγαρία «πηγαίνετε να παίξετε παραπέρα» και απαξίωσαν να ανταποκριθούν στο κάλεσμά της για νέα δάνεια. Η δημοπρασία ομολόγων που έκανε η χώρα στο τέλος Δεκεμβρίου απέτυχε να καλύψει το ποσό που ζητούσαν οι Ούγγροι, ενώ το επιτόκιο εκτινάχθηκε κοντά στο 10%, νούμερο απαγορευτικό ακόμα και για να ...σκεφθείς να δανειστείς! Ταυτόχρονα βέβαια το νόμισμα της χώρας είχε αρχίσει να καταρρέει, η ισοτιμία του απέναντι στα διεθνή νομίσματα έχει φτάσει σε δυσθεώρητα ύψη, κάτι που χειροτερεύει ακόμα περισσότερο την κατάσταση, πολλαπλασιάζει το χρέος, εκτοξεύει τον πληθωρισμό κλπ. Η οικονομία βάλτωσε ακόμα χειρότερα, οι τράπεζες δεν είχαν λεφτά να δανείσουν σε επιχειρήσεις και ιδιώτες, η λιτότητα έγινε ακόμα πιο άγρια και η κυβέρνηση της Ουγγαρίας με την ουρά στα σκέλια ξαναγύρισε παρακαλώντας στο ΔΝΤ και την Ευρωπαϊκή Ένωση για δάνεια που, αν τα πάρει, θα τα πάρει με πολύ χειρότερους όρους απ' ότι πριν την ηλιθιότητα που διέπραξε διακόπτοντας τη συνεργασία μαζί τους για λόγους πολιτικούς (βλέπετε, δυστυχώς, μερικές φορές οι λαοί αποδεικνύονται ιδιαίτερα αφελείς και πιστεύουν ότι νάναι, ακόμα και ότι «λεφτά υπάρχουν»!)

Αυτός που την πληρώνει βέβαια είναι ο ουγγρικός λαός. Ακόμα χειρότερα δε, η κυβέρνηση που τον οδήγησε στην καταστροφή άρχισε να ρέπει προς τον αυταρχισμό όταν είδε τη δημοτικότητά της να καταρρέει και, εκμεταλλευόμενη την τεράστια πλειοψηφία που είχε στο κοινοβούλιο, προώθησε αντιδημοκρατικές αλλαγές στο σύνταγμα και τη νομοθεσία που ξεσήκωσαν θύελλα διαμαρτυριών μέσα κι έξω από τη χώρα. Βλέπετε, όλοι αυτοί οι «σωτήρες» που κατά καιρούς εμφανίζονται σε διάφορες χώρες με μεγαλόπνοα συνθήματα για «εθνική ανεξαρτησία», «μάχη κατά των μεγάλων συμφερόντων» κλπ., αλλά χωρίς προγράμματα ή με «προγράμματα» που πάνε κόντρα στην κοινή λογική και την πραγματικότητα που υπάρχει στην υφήλιο, με μόνο στόχο την κατάκτηση της εξουσίας, στρέφονται αναπόφευκτα σε αυταρχικές μεθόδους μόλις αποτύχουν οι ανοησίες που υποστηρίζουν και καταστρέψουν τις οικονομίες και τις κοινωνίες τους. Σκοτίστηκαν για το λαό και τα προβλήματά του. Καλύτερα να το θυμόμαστε αυτό, όταν ακούμε λεονταρισμούς και συνθήματα για άρνηση αποπληρωμής των χρεών. Και να ρωτάμε όσους υποστηρίζουν την επιστροφή στη δραχμή «μήπως ξέρεις την ισοτιμία του φιορινιού της Ουγγαρίας»;