Είναι δεδομένο ότι οι πολιτικοί στη μεγάλη πλειοψηφία τους (όχι μόνο στην εποχή μας, αλλά από τότε που υπάρχουν ιστορικά στοιχειά για τις οργανωμένες ανθρώπινες κοινωνίες) αποφεύγουν να λένε την αλήθεια στους πολίτες και συνήθως φροντίζουν να τους λένε αυτά που θέλουν εκείνοι να ακούσουν. Εύκολα ξεσηκώνουν τον κόσμο με ψεύτικες υποσχέσεις, εύκολα συκοφαντούν και διαβάλλουν τον αντίπαλο, εύκολα παραμορφώνουν την πραγματικότητα χωρίς να ζητούν ποτέ συγγνώμη και το χειρότερο είναι ότι αυτό γίνεται με την ανοχή, αν όχι την υποστήριξη των πολιτών. Στην εποχή μας, όμως, η εξίσωση έχει αποκτήσει έναν ακόμα παράγοντα, εξίσου σημαντικό και ακόμα πιο επικίνδυνο για την κοινωνική συνοχή και για την εξυπηρέτηση της αλήθειας που θα επέτρεπε τη λήψη των σωστών αποφάσεων. Είναι η τυχοδιωκτική ασυδοσία και η εσκεμμένη παραπληροφόρηση από ορισμένους δημοσιογράφους και μέσα ενημέρωσης, που θεωρούν μάλιστα ότι η αφεντιά τους είναι τόσο σημαντική για την κοινωνία, ώστε να βρίσκονται υπεράνω των νόμων και της δημοσιογραφικής δεοντολογίας. Έχει καταντήσει να θεωρείται «ελευθερία του Τύπου» και της ενημέρωσης ακόμα και το να λες ψέματα και ανακρίβειες εναντίον οποιουδήποτε δημοσίου (και μη) προσώπου χωρίς την παραμικρή επίπτωση, ενώ θεωρείται δίωξη της ελευθερίας του Τύπου (και βρίσκει πάντα πρόθυμους υπερασπιστές, από το «αντίπαλο στρατόπεδο») κάθε προσπάθεια αναζήτησης ευθυνών όταν παραβιάζεται ο νόμος ή θίγεται η προσωπικότητα και τα συμφέροντα πολιτών από παράνομες και αντιδεοντολογικές συμπεριφορές δημοσιογράφων.
Τις τελευταίες δύο εβδομάδες γίναμε μάρτυρες δύο επεισοδίων που δημιούργησαν μεγάλη διαμάχη σε πολιτικό επίπεδο, αλλά και ιδιαίτερο ενδιαφέρον στην κοινή γνώμη αν κρίνουμε από τα σχόλια που γράφτηκαν σε διάφορα ηλεκτρονικά "forum", αλλά και τις συζητήσεις μεταξύ πολιτών που υπέπεσαν στην αντίληψή μας. Το ένα αφορά τη δημοσίευση της περίφημης «λίστας Λαγκάρντ» από τον Κ. Βαξεβάνη που οδήγησε στην άσκηση δίωξης εναντίον του και το δεύτερο τη διακοπή πρωινής εκπομπής της NET μετά από σχόλια των δύο δημοσιογράφων-παρουσιαστών για τον υπουργό Δικαιοσύνης. Και στις δύο περιπτώσεις χάλασε ο κόσμος για τα «πλήγματα στην ελευθερία του Τύπου», που αποτελούσαν οι κυρώσεις κατά των δημοσιογράφων κατά τη γνώμη των αντιπολιτευομένων (έτσι είναι στην Ελλάδα, άσπρο-μαύρο, πάντα όποιος κυβερνάει τα βρίσκει όλα σωστά και η αντιπολίτευση όλα στραβά). Ιδιαίτερα η υπόθεση Βαξεβάνη πήρε και διεθνείς διαστάσεις, μια που οι ξένοι δύσκολα μπορούν να συλλάβουν το επίπεδο της στρέβλωσης της πραγματικότητας που υπάρχει στην Ελλάδα (αν και για να είμαστε ειλικρινείς, το φαινόμενο αυτό δυστυχώς δεν είναι μόνο ελληνικό, άσχετα αν εδώ είναι πιο έντονο).
Φοβάμαι πως για μια ακόμα φορά αποδείξαμε πως δεν είμαστε σε θέση να δημιουργήσουμε μία πολιτισμένη κοινωνίας με κανόνες που να έχουν ηθική βάση και πως είμαστε πάντα έρμαια των συναισθημάτων μας, σε βάρος της ηθικής, της δεοντολογίας και των δικαιωμάτων των άλλων. Γιατί τί ακριβώς έκανε ο Βαξεβάνης; Δημοσιοποίησε μερικές χιλιάδες ονόματα ανυποψίαστων πολιτών που μπορεί να είχαν νόμιμες καταθέσεις από φορολογημένα εισοδήματα σε μία ξένη τράπεζα (ή και να μην είχαν καταθέσεις, αλλά κάποιον ανενεργό λογαριασμό από παλιότερη ανάγκη, όπως σπουδές, εμπορικές πράξεις κλπ.) χωρίς μάλιστα τα ποσά των καταθέσεων, ώστε να οργιάσει ακόμα περισσότερο η φαντασία του όχλου που διψάει για αίμα, επειδή υποτίθεται ότι ανάμεσα σ' αυτές τις χιλιάδες ονόματα μπορεί να υπήρχαν και ονόματα φοροφυγάδων, που το κράτος αμέλησε (ή δεν θέλησε) να διώξει. Έδωσε δηλαδή βορά στα λιοντάρια μερικές εκατοντάδες αθώους, μπας και βρεθούν ανάμεσά τους και μερικοί ένοχοι. Το αποτέλεσμα ήταν φυσικά το αναμενόμενο, το αγανακτισμένο από την κρίση πλήθος μετονόμασε τη λίστα καταθετών, που ήταν στην πραγματικότητα η λίστα Λαγκάρντ, σε «λίστα φοροφυγάδων» (το είδα προσωπικά σε ένα σωρό σχόλια στο Internet) και ξαφνικά μερικές χιλιάδες άνθρωποι βρέθηκαν στη θέση να πρέπει να αποδείξουν ότι δεν είναι ελέφαντες. Αυτό δεν λέγεται δημοσιογραφία, λέγεται κοινωνικός φασισμός και παραβιάζει κάθε δεοντολογία και κάθε δικαίωμα προστασίας των προσωπικών δεδομένων, είναι πράξη κατάπτυστη για ν' αυξηθεί η κυκλοφορία ενός εντύπου και η προβολή ενός δημοσιογράφου. Το επιχείρημα ότι το κράτος δεν έκανε το καθήκον του και γι' αυτό επενέβη ο δημοσιογράφος, είναι φυσικά γελοίο. Σε μια πολιτισμένη κοινωνία πρώτη προτεραιότητα είναι η προστασία του αθώου και δεύτερη η τιμωρία του ενόχου. Αλίμονο αν για να πιάνουμε κάθε ένοχο παραβιάζουμε τα δικαιώματα δέκα αθώων! Ζούγκλα θα γίνουμε (αν δεν είμαστε ήδη).
Το δεύτερο επεισόδιο είναι λιγότερο σοβαρό, αλλά εξίσου ενδεικτικό της νοοτροπίας που υπάρχει σ' αυτή την ηθικά παρακμασμένη χώρα. Έψαξα για να δω το επίμαχο απόσπασμα της εκπομπής της ΝΕΤ, επειδή δεν είχα παρακολουθήσει το συγκεκριμένο θέμα που αφορούσε τον υπουργό Δικαιοσύνης, οπότε ήμουν ένας ανυποψίαστος θεατής που θα δημιουργούσε εντυπώσεις από αυτά που θα έλεγαν οι δημοσιογράφοι. Και από αυτά που είπαν, με τον τρόπο που τα είπαν και τα σχόλια που έκαναν, εγώ έμεινα με την εντύπωση ότι ο κ. Δένδιας κάπου είπε ψέματα, αυτό αποκαλύφθηκε και μας έκανε ρόμπα διεθνώς γιατί αφορούσε θέμα κακομεταχείρισης κρατουμένου και τελικά πρέπει να αναρωτηθούμε αν οφείλει να παραιτηθεί. Μόνο που, επειδή στην Ελλάδα η δημοσιογραφική αλήθεια είναι συχνά μονόπλευρη, δεν άκουσα το παραμικρό για την αντίθετη άποψη, ούτε καν απολογία του κατηγορουμένου υπουργού. Τον οποίο μάλιστα διάβασα με έκπληξή μου μετά να αναφέρει ότι συνέβη το ακριβώς αντίθετο από αυτό που ανέφεραν οι δημοσιογράφοι. Πράγμα που αν αληθεύει, σημαίνει ότι ήταν ακόμα βαρύτερο το ατόπημά τους, γιατί δεν ήταν απλώς η αμέλεια αναφοράς της άλλης άποψης, αλλά η συκοφαντία ενός πολιτικού προσώπου. Δεν το ξέρω, άρα δεν μπορώ να το υιοθετήσω, αλλά αυτή ακριβώς ήταν η δουλειά των συγκεκριμένων δημοσιογράφων, να ακούσουν όλες τις πλευρές, να ψάξουν όλα τα στοιχεία και να μας ενημερώνουν. Αν δεν το έκαναν (ακόμα βαρύτερο ως παράπτωμα στο κρατικό κανάλι που πληρώνουμε όλοι), είναι γελοίο όσο και επικίνδυνο να θεωρούμε ότι η συκοφαντία ενός πολιτικού είναι ένα δικαίωμα που απορρέει από την ελευθερία του Τύπου! Και σίγουρα δεν είναι σε καμία περίπτωση «ενημέρωση»...
Τις τελευταίες δύο εβδομάδες γίναμε μάρτυρες δύο επεισοδίων που δημιούργησαν μεγάλη διαμάχη σε πολιτικό επίπεδο, αλλά και ιδιαίτερο ενδιαφέρον στην κοινή γνώμη αν κρίνουμε από τα σχόλια που γράφτηκαν σε διάφορα ηλεκτρονικά "forum", αλλά και τις συζητήσεις μεταξύ πολιτών που υπέπεσαν στην αντίληψή μας. Το ένα αφορά τη δημοσίευση της περίφημης «λίστας Λαγκάρντ» από τον Κ. Βαξεβάνη που οδήγησε στην άσκηση δίωξης εναντίον του και το δεύτερο τη διακοπή πρωινής εκπομπής της NET μετά από σχόλια των δύο δημοσιογράφων-παρουσιαστών για τον υπουργό Δικαιοσύνης. Και στις δύο περιπτώσεις χάλασε ο κόσμος για τα «πλήγματα στην ελευθερία του Τύπου», που αποτελούσαν οι κυρώσεις κατά των δημοσιογράφων κατά τη γνώμη των αντιπολιτευομένων (έτσι είναι στην Ελλάδα, άσπρο-μαύρο, πάντα όποιος κυβερνάει τα βρίσκει όλα σωστά και η αντιπολίτευση όλα στραβά). Ιδιαίτερα η υπόθεση Βαξεβάνη πήρε και διεθνείς διαστάσεις, μια που οι ξένοι δύσκολα μπορούν να συλλάβουν το επίπεδο της στρέβλωσης της πραγματικότητας που υπάρχει στην Ελλάδα (αν και για να είμαστε ειλικρινείς, το φαινόμενο αυτό δυστυχώς δεν είναι μόνο ελληνικό, άσχετα αν εδώ είναι πιο έντονο).
Φοβάμαι πως για μια ακόμα φορά αποδείξαμε πως δεν είμαστε σε θέση να δημιουργήσουμε μία πολιτισμένη κοινωνίας με κανόνες που να έχουν ηθική βάση και πως είμαστε πάντα έρμαια των συναισθημάτων μας, σε βάρος της ηθικής, της δεοντολογίας και των δικαιωμάτων των άλλων. Γιατί τί ακριβώς έκανε ο Βαξεβάνης; Δημοσιοποίησε μερικές χιλιάδες ονόματα ανυποψίαστων πολιτών που μπορεί να είχαν νόμιμες καταθέσεις από φορολογημένα εισοδήματα σε μία ξένη τράπεζα (ή και να μην είχαν καταθέσεις, αλλά κάποιον ανενεργό λογαριασμό από παλιότερη ανάγκη, όπως σπουδές, εμπορικές πράξεις κλπ.) χωρίς μάλιστα τα ποσά των καταθέσεων, ώστε να οργιάσει ακόμα περισσότερο η φαντασία του όχλου που διψάει για αίμα, επειδή υποτίθεται ότι ανάμεσα σ' αυτές τις χιλιάδες ονόματα μπορεί να υπήρχαν και ονόματα φοροφυγάδων, που το κράτος αμέλησε (ή δεν θέλησε) να διώξει. Έδωσε δηλαδή βορά στα λιοντάρια μερικές εκατοντάδες αθώους, μπας και βρεθούν ανάμεσά τους και μερικοί ένοχοι. Το αποτέλεσμα ήταν φυσικά το αναμενόμενο, το αγανακτισμένο από την κρίση πλήθος μετονόμασε τη λίστα καταθετών, που ήταν στην πραγματικότητα η λίστα Λαγκάρντ, σε «λίστα φοροφυγάδων» (το είδα προσωπικά σε ένα σωρό σχόλια στο Internet) και ξαφνικά μερικές χιλιάδες άνθρωποι βρέθηκαν στη θέση να πρέπει να αποδείξουν ότι δεν είναι ελέφαντες. Αυτό δεν λέγεται δημοσιογραφία, λέγεται κοινωνικός φασισμός και παραβιάζει κάθε δεοντολογία και κάθε δικαίωμα προστασίας των προσωπικών δεδομένων, είναι πράξη κατάπτυστη για ν' αυξηθεί η κυκλοφορία ενός εντύπου και η προβολή ενός δημοσιογράφου. Το επιχείρημα ότι το κράτος δεν έκανε το καθήκον του και γι' αυτό επενέβη ο δημοσιογράφος, είναι φυσικά γελοίο. Σε μια πολιτισμένη κοινωνία πρώτη προτεραιότητα είναι η προστασία του αθώου και δεύτερη η τιμωρία του ενόχου. Αλίμονο αν για να πιάνουμε κάθε ένοχο παραβιάζουμε τα δικαιώματα δέκα αθώων! Ζούγκλα θα γίνουμε (αν δεν είμαστε ήδη).
Το δεύτερο επεισόδιο είναι λιγότερο σοβαρό, αλλά εξίσου ενδεικτικό της νοοτροπίας που υπάρχει σ' αυτή την ηθικά παρακμασμένη χώρα. Έψαξα για να δω το επίμαχο απόσπασμα της εκπομπής της ΝΕΤ, επειδή δεν είχα παρακολουθήσει το συγκεκριμένο θέμα που αφορούσε τον υπουργό Δικαιοσύνης, οπότε ήμουν ένας ανυποψίαστος θεατής που θα δημιουργούσε εντυπώσεις από αυτά που θα έλεγαν οι δημοσιογράφοι. Και από αυτά που είπαν, με τον τρόπο που τα είπαν και τα σχόλια που έκαναν, εγώ έμεινα με την εντύπωση ότι ο κ. Δένδιας κάπου είπε ψέματα, αυτό αποκαλύφθηκε και μας έκανε ρόμπα διεθνώς γιατί αφορούσε θέμα κακομεταχείρισης κρατουμένου και τελικά πρέπει να αναρωτηθούμε αν οφείλει να παραιτηθεί. Μόνο που, επειδή στην Ελλάδα η δημοσιογραφική αλήθεια είναι συχνά μονόπλευρη, δεν άκουσα το παραμικρό για την αντίθετη άποψη, ούτε καν απολογία του κατηγορουμένου υπουργού. Τον οποίο μάλιστα διάβασα με έκπληξή μου μετά να αναφέρει ότι συνέβη το ακριβώς αντίθετο από αυτό που ανέφεραν οι δημοσιογράφοι. Πράγμα που αν αληθεύει, σημαίνει ότι ήταν ακόμα βαρύτερο το ατόπημά τους, γιατί δεν ήταν απλώς η αμέλεια αναφοράς της άλλης άποψης, αλλά η συκοφαντία ενός πολιτικού προσώπου. Δεν το ξέρω, άρα δεν μπορώ να το υιοθετήσω, αλλά αυτή ακριβώς ήταν η δουλειά των συγκεκριμένων δημοσιογράφων, να ακούσουν όλες τις πλευρές, να ψάξουν όλα τα στοιχεία και να μας ενημερώνουν. Αν δεν το έκαναν (ακόμα βαρύτερο ως παράπτωμα στο κρατικό κανάλι που πληρώνουμε όλοι), είναι γελοίο όσο και επικίνδυνο να θεωρούμε ότι η συκοφαντία ενός πολιτικού είναι ένα δικαίωμα που απορρέει από την ελευθερία του Τύπου! Και σίγουρα δεν είναι σε καμία περίπτωση «ενημέρωση»...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου