Ο πολιτικός διάλογος στην Ελλάδα βασίζεται, ως συνήθως, σε λανθασμένη βάση και γι' αυτό δεν θα οδηγήσει πουθενά, γιατί όλοι θέλουν να αγνοούν τις πραγματικές αιτίες της κρίσης. Για να το πω ωμά, σ' αυτήν τη χώρα δεν υπάρχει αυτήν τη στιγμή ελπίδα οριστικής εξόδου από την κρίση και πραγματικής ανάκαμψης της οικονομίας πάνω σε παραγωγικές βάσεις, είτε εφαρμόσουμε το μνημόνιο, όπως προσπαθούν αυτοί που δημιούργησαν την κρίση, είτε αρνηθούμε μονομερώς να το εφαρμόσουμε, όπως προτείνουν οι ψευτοπαλικαράδες τύπου ΣΥΡΙΖΑ, Καμμένου κλπ. Για τον απλούστατο λόγο, ότι ολόκληρη η ζωή αυτής της χώρας βασίζεται πολύ περισσότερο σε μικροσυμφέροντα πάμπολλων συντεχνιών και κοινωνικών ομάδων τα οποία κανείς δεν είναι διατεθειμένος να θίξει, παρά σε κάποια «μεγάλα» συμφέροντα, ελληνικά και ξένα, που διατείνονται κάποιοι ότι μας καταδυναστεύουν και επιδιώκουν την εξαθλίωσή μας. Αυτά τα συντεχνιακά μικροσυμφέροντα μάλιστα, όχι μόνο δεν θίγονται από κανένα, αλλά αποτελούν και τη βάση για τη χάραξη κάθε νέας πολιτικής σε οποιονδήποτε τομέα, σε βάρος φυσικά της υπόλοιπης κοινωνίας.
Το κακό με αυτού του είδους τη μικροπολιτική, είναι ότι αποκλείει σε οποιαδήποτε περίπτωση να πάρεις τις σωστές αποφάσεις προς όφελος του κοινωνικού συνόλου, γιατί σε μια διαλυμένη χώρα σαν την Ελλάδα όπου τίποτα δεν λειτουργεί αποτελεσματικά, κάθε τέτοια απόφαση εμπεριέχει αναπόφευκτα και κάποιες δυσμενείς αλλαγές για ορισμένες μειοψηφίες που στο παρελθόν απέκτησαν προνόμια για διάφορους λόγους. Κι αυτό δεν εξαρτάται μόνο από την οικονομική συγκυρία (σίγουρα όταν δεν έχεις λεφτά, δεν μπορείς να κάνεις κι όλα όσα θέλεις), αλλά αφορά και θέματα που απαιτούν αποκλειστικά πολιτική βούληση και όχι νέα κονδύλια. Όπως απέδειξε, για παράδειγμα, το πρόσφατο άθλιο αλισβερίσι για το πρόγραμμα της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, που ξεδιάντροπα ανέδειξε ένα διάλογο βασισμένο όχι στις εκπαιδευτικές ανάγκες των μαθητών, αλλά στα συμφέροντα των διαφόρων ειδικοτήτων καθηγητών.
Προσέξτε, μιλάμε εδώ για ένα θέμα που δεν θέτει επί τάπητος νέες οικονομικές απαιτήσεις, γιατί ο συνολικός αριθμός των καθηγητών που απαιτείται είναι συγκεκριμένος και εξαρτάται από τις συνολικές ώρες των μαθημάτων (που δεν μπορούν να αυξηθούν άλλο σ' ένα ήδη φορτωμένο πρόγραμμα) και το συνολικό αριθμό μαθητών και σχολικών αιθουσών. Ενώ, όμως το συνολικό κόστος για τον ίδιο συνολικό αριθμό καθηγητών παραμένει ίδιο, το οικονομικό όφελος για κάθε ειδικότητα καθηγητών διαφέρει, ανάλογα με τις ώρες που διατίθενται για τα μαθήματα της κάθε ειδικότητας. Κι εκεί έγινε σφαγή. Το ελληνικό κράτος, που υποτίθεται ότι εκπροσωπεί το συμφέρον της ελληνικής κοινωνίας, φυσιολογικά έπρεπε να ορίσει τα διδασκόμενα μαθήματα ανάλογα με τις ανάγκες αυτής της κοινωνίας στη σύγχρονη πραγματικότητα, τις ανάγκες των παιδιών μας για μία εκπαίδευση προσαρμοσμένη στις σημερινές κοινωνικές και οικονομικές συγκυρίες. Αντί γι' αυτό, μπήκε σε μια διαδικασία «διαλόγου» με βάση τα συμφέροντα της μίας ή της άλλης ειδικότητας καθηγητών, που ανησυχούν για τη μείωση των ωρών διδασκαλίας του μαθήματός τους, η οποία μοιραία θα οδηγήσει και στη μείωση της απορροφητικότητας των μελών τους στο δημόσιο! Ταυτόχρονα, αλλάζει ένα πραγματικό άθλιο σύστημα εισαγωγικών εξετάσεων στα πανεπιστήμια μ' ένα άλλο που, είτε έχει μεγαλύτερο είτε μικρότερο βάρος για τα παιδιά, φροντίζει σίγουρα να εξασφαλίσει δουλειά για τα φροντιστήρια από την πρώτη λυκείου!
Με τέτοια νοοτροπία είναι αδύνατο να λυθεί οποιοδήποτε κοινωνικό ή οικονομικό πρόβλημα. Τα παιδιά δεν είναι «προϊόν» για τους επαγγελματικούς κλάδους των καθηγητών και η εκπαίδευσή τους οφείλει να βασίζεται στις πραγματικές ανάγκες της κοινωνίας και όχι στις ανάγκες μειοψηφιών. Η εκπαίδευση των παιδιών δεν υπάρχει για να ικανοποιεί την επαγγελματική αποκατάσταση των υποψήφιων καθηγητών, αλλά το αντίθετο, οι καθηγητές υπάρχουν για ικανοποιούν την εκπαίδευση των παιδιών. Και πραγματική οικονομία δεν μπορεί να υπάρχει όσο το κράτος πονηρά δημιουργεί οικονομική αφαίμαξη των πολιτών για μη παραγωγικές δραστηριότητες όπως τα φροντιστήρια. Όσο δημιουργούμε ανύπαρκτες ανάγκες για να βολεύουμε ομάδες και συντεχνίες, παραγωγική οικονομία δεν θα αναπτυχθεί, ακόμα και αν μας χαρίσουν όλα τα χρέη μέχρι δεκάρας...
Το κακό με αυτού του είδους τη μικροπολιτική, είναι ότι αποκλείει σε οποιαδήποτε περίπτωση να πάρεις τις σωστές αποφάσεις προς όφελος του κοινωνικού συνόλου, γιατί σε μια διαλυμένη χώρα σαν την Ελλάδα όπου τίποτα δεν λειτουργεί αποτελεσματικά, κάθε τέτοια απόφαση εμπεριέχει αναπόφευκτα και κάποιες δυσμενείς αλλαγές για ορισμένες μειοψηφίες που στο παρελθόν απέκτησαν προνόμια για διάφορους λόγους. Κι αυτό δεν εξαρτάται μόνο από την οικονομική συγκυρία (σίγουρα όταν δεν έχεις λεφτά, δεν μπορείς να κάνεις κι όλα όσα θέλεις), αλλά αφορά και θέματα που απαιτούν αποκλειστικά πολιτική βούληση και όχι νέα κονδύλια. Όπως απέδειξε, για παράδειγμα, το πρόσφατο άθλιο αλισβερίσι για το πρόγραμμα της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, που ξεδιάντροπα ανέδειξε ένα διάλογο βασισμένο όχι στις εκπαιδευτικές ανάγκες των μαθητών, αλλά στα συμφέροντα των διαφόρων ειδικοτήτων καθηγητών.
Προσέξτε, μιλάμε εδώ για ένα θέμα που δεν θέτει επί τάπητος νέες οικονομικές απαιτήσεις, γιατί ο συνολικός αριθμός των καθηγητών που απαιτείται είναι συγκεκριμένος και εξαρτάται από τις συνολικές ώρες των μαθημάτων (που δεν μπορούν να αυξηθούν άλλο σ' ένα ήδη φορτωμένο πρόγραμμα) και το συνολικό αριθμό μαθητών και σχολικών αιθουσών. Ενώ, όμως το συνολικό κόστος για τον ίδιο συνολικό αριθμό καθηγητών παραμένει ίδιο, το οικονομικό όφελος για κάθε ειδικότητα καθηγητών διαφέρει, ανάλογα με τις ώρες που διατίθενται για τα μαθήματα της κάθε ειδικότητας. Κι εκεί έγινε σφαγή. Το ελληνικό κράτος, που υποτίθεται ότι εκπροσωπεί το συμφέρον της ελληνικής κοινωνίας, φυσιολογικά έπρεπε να ορίσει τα διδασκόμενα μαθήματα ανάλογα με τις ανάγκες αυτής της κοινωνίας στη σύγχρονη πραγματικότητα, τις ανάγκες των παιδιών μας για μία εκπαίδευση προσαρμοσμένη στις σημερινές κοινωνικές και οικονομικές συγκυρίες. Αντί γι' αυτό, μπήκε σε μια διαδικασία «διαλόγου» με βάση τα συμφέροντα της μίας ή της άλλης ειδικότητας καθηγητών, που ανησυχούν για τη μείωση των ωρών διδασκαλίας του μαθήματός τους, η οποία μοιραία θα οδηγήσει και στη μείωση της απορροφητικότητας των μελών τους στο δημόσιο! Ταυτόχρονα, αλλάζει ένα πραγματικό άθλιο σύστημα εισαγωγικών εξετάσεων στα πανεπιστήμια μ' ένα άλλο που, είτε έχει μεγαλύτερο είτε μικρότερο βάρος για τα παιδιά, φροντίζει σίγουρα να εξασφαλίσει δουλειά για τα φροντιστήρια από την πρώτη λυκείου!
Με τέτοια νοοτροπία είναι αδύνατο να λυθεί οποιοδήποτε κοινωνικό ή οικονομικό πρόβλημα. Τα παιδιά δεν είναι «προϊόν» για τους επαγγελματικούς κλάδους των καθηγητών και η εκπαίδευσή τους οφείλει να βασίζεται στις πραγματικές ανάγκες της κοινωνίας και όχι στις ανάγκες μειοψηφιών. Η εκπαίδευση των παιδιών δεν υπάρχει για να ικανοποιεί την επαγγελματική αποκατάσταση των υποψήφιων καθηγητών, αλλά το αντίθετο, οι καθηγητές υπάρχουν για ικανοποιούν την εκπαίδευση των παιδιών. Και πραγματική οικονομία δεν μπορεί να υπάρχει όσο το κράτος πονηρά δημιουργεί οικονομική αφαίμαξη των πολιτών για μη παραγωγικές δραστηριότητες όπως τα φροντιστήρια. Όσο δημιουργούμε ανύπαρκτες ανάγκες για να βολεύουμε ομάδες και συντεχνίες, παραγωγική οικονομία δεν θα αναπτυχθεί, ακόμα και αν μας χαρίσουν όλα τα χρέη μέχρι δεκάρας...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου