Ένας από τους λόγους που κάνουν αδύνατη στην Ελλάδα την αποτελεσματική αντιμετώπιση των προβλημάτων, είναι ότι ο πολιτικός διάλογος γίνεται με συνθήματα που απέχουν από την πραγματικότητα και η ενημέρωση των πολιτών γίνεται με αντίστοιχου επιπέδου καταστροφολογία. Από τη στιγμή που η χώρα χρεοκόπησε, αντί να υπάρξει μια πολιτική αντιπαράθεση με επιχειρήματα σχετικά με το ποιος είναι ο πιο κατάλληλος δρόμος για να ακολουθήσουμε προκειμένου να βγούμε από την κρίση, ο πολιτικός «διάλογος» κατέληξε σε μια ανταλλαγή συνθημάτων, με τον «αντιμνημονιακό» λόγο να αποτελεί τη μοναδική αντιπολιτευτική πρακτική, από το ένα άκρο του πολιτικού φάσματος ως το άλλο.
Είναι χαρακτηριστικό, ακριβώς επειδή τα μνημόνια δεν ήρθαν ως υποδείξεις συγκεκριμένων πολιτικών, αλλά ως συμφωνίες μείωσης των ελλειμμάτων, ότι από την πρώτη στιγμή των συζητήσεων με την τρόικα οι ξένοι τόνιζαν πως η μείωση των ελλειμμάτων και του χρέους δεν γίνεται μόνο με αύξηση των εσόδων με φόρους και μείωση εξόδων με περιορισμό μισθών και συντάξεων από το δημόσιο, αλλά και με βελτίωση της ανταγωνιστικότητας (ή με ένα συνδυασμό και των δύο, μετά από μελέτη για το κατάλληλο σημείο ισορροπίας). Μόνο που, αντί να υπάρξει σ' αυτό το σημείο ένας γόνιμος πολιτικός διάλογος με επιχειρήματα και αντεπιχειρήματα για τον τρόπο βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας, το λόγο είχε και πάλι η συνθηματολογία και η λέξη «ανταγωνιστικότητα» συνδέθηκε αμέσως από τους λαϊκιστές με «μείωση μισθών», «εξαθλίωση των εργαζομένων» και άλλα δακρύβρεχτα.
Στις μέρες μας, όμως, η πληροφόρηση για το τί συμβαίνει στον πραγματικό κόσμο είναι συνεχής και η πραγματική ζωή διαψεύδει γρήγορα και εύκολα όσους αρκούνται σε πολιτικάντικη συνθηματολογία γιατί δεν έχουν ούτε πρόγραμμα, ούτε προτάσεις, ούτε τις ικανότητες για τη δημιουργία προγράμματος. Πριν μερικές μέρες ανακοινώθηκε η φετινή έκθεση παγκόσμιας ανταγωνιστικότητας του World Economic Forum όπου, ω του θαύματος, πρώτη στην παγκόσμια λίστα είναι η... Ελβετία και ακολουθούν μέσα στην πρώτη δεκάδα αντίστοιχες χώρες με... μεροκάματα πείνας και... εξαθλιωμένους εργαζόμενους, όπως η Φινλανδία, η Γερμανία, η Σουηδία, η Ολλανδία, η Ιαπωνία κλπ. Γιατί οι μισθοί είναι ένας μόνος παράγοντας που επηρεάζει την ανταγωνιστικότητα και μάλιστα όχι ο πιο σημαντικός, ενώ πολύ μεγαλύτερη σημασία έχουν άλλες παράμετροι, όπως η σταθερότητα του φορολογικού συστήματος, η διαφθορά, η γραφειοκρατία, το επίπεδο εκπαίδευσης του ανθρώπινου δυναμικού, η υιοθέτηση νέων τεχνολογιών κλπ. κλπ. Γι' αυτό και χώρες με πολύ υψηλό εργατικό κόστος είναι τόσο ανταγωνιστικές και γι' αυτό θα μπορούσε και η Ελλάδα να γίνει ανταγωνιστική χωρίς «μείωση μισθών» και «εξαθλίωση των εργαζομένων», αφού μια σειρά από σημαντικούς παράγοντες που βελτιώνουν την ανταγωνιστικότητα δεν απαιτούν μεγάλα οικονομικά μέσα, αλλά κυρίως πολιτική βούληση. Ενώ αυτή η χώρα έχει επιπλέον και το μεγάλο πλεονέκτημα της ύπαρξης ενός εξαιρετικού ανθρώπινου δυναμικού, με υψηλού επιπέδου εκπαίδευση.
Οι μύθοι των γελοίων εκπροσώπων του λαϊκισμού καταρρέουν εύκολα, λοιπόν, αλλά το κακό είναι ότι κανείς δεν προσπαθεί να βγάλει τους Έλληνες από την άγνοια στην οποία τους έχει βυθίσει η μανία καταδίωξης που τους χαρακτηρίζει. Η πολιτική αντιπαράθεση εξακολουθεί να βασίζεται σε απλή συνθηματολογία, πολύς κόσμος πιστεύει ότι απλά οι κακοί ξένοι «θέλουν το κακό μας», η Ελλάδα εξακολουθεί να βρίσκεται σε επίπεδο ανταγωνιστικότητας κάτω από χώρες όπως η Καμπότζη, η Μολδαβία και η Ναμίμπια κι εμείς εξακολουθούμε να επιχειρηματολογούμε γύρω από τα «μνημόνια». Γι' αυτό και η κρίση θα μας συντροφεύει για πολλά χρόνια ακόμα, ακόμα κι αν οι ξένοι αποφάσιζαν να μας χαρίσουν το σύνολο του χρέους μας...
Είναι χαρακτηριστικό, ακριβώς επειδή τα μνημόνια δεν ήρθαν ως υποδείξεις συγκεκριμένων πολιτικών, αλλά ως συμφωνίες μείωσης των ελλειμμάτων, ότι από την πρώτη στιγμή των συζητήσεων με την τρόικα οι ξένοι τόνιζαν πως η μείωση των ελλειμμάτων και του χρέους δεν γίνεται μόνο με αύξηση των εσόδων με φόρους και μείωση εξόδων με περιορισμό μισθών και συντάξεων από το δημόσιο, αλλά και με βελτίωση της ανταγωνιστικότητας (ή με ένα συνδυασμό και των δύο, μετά από μελέτη για το κατάλληλο σημείο ισορροπίας). Μόνο που, αντί να υπάρξει σ' αυτό το σημείο ένας γόνιμος πολιτικός διάλογος με επιχειρήματα και αντεπιχειρήματα για τον τρόπο βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας, το λόγο είχε και πάλι η συνθηματολογία και η λέξη «ανταγωνιστικότητα» συνδέθηκε αμέσως από τους λαϊκιστές με «μείωση μισθών», «εξαθλίωση των εργαζομένων» και άλλα δακρύβρεχτα.
Στις μέρες μας, όμως, η πληροφόρηση για το τί συμβαίνει στον πραγματικό κόσμο είναι συνεχής και η πραγματική ζωή διαψεύδει γρήγορα και εύκολα όσους αρκούνται σε πολιτικάντικη συνθηματολογία γιατί δεν έχουν ούτε πρόγραμμα, ούτε προτάσεις, ούτε τις ικανότητες για τη δημιουργία προγράμματος. Πριν μερικές μέρες ανακοινώθηκε η φετινή έκθεση παγκόσμιας ανταγωνιστικότητας του World Economic Forum όπου, ω του θαύματος, πρώτη στην παγκόσμια λίστα είναι η... Ελβετία και ακολουθούν μέσα στην πρώτη δεκάδα αντίστοιχες χώρες με... μεροκάματα πείνας και... εξαθλιωμένους εργαζόμενους, όπως η Φινλανδία, η Γερμανία, η Σουηδία, η Ολλανδία, η Ιαπωνία κλπ. Γιατί οι μισθοί είναι ένας μόνος παράγοντας που επηρεάζει την ανταγωνιστικότητα και μάλιστα όχι ο πιο σημαντικός, ενώ πολύ μεγαλύτερη σημασία έχουν άλλες παράμετροι, όπως η σταθερότητα του φορολογικού συστήματος, η διαφθορά, η γραφειοκρατία, το επίπεδο εκπαίδευσης του ανθρώπινου δυναμικού, η υιοθέτηση νέων τεχνολογιών κλπ. κλπ. Γι' αυτό και χώρες με πολύ υψηλό εργατικό κόστος είναι τόσο ανταγωνιστικές και γι' αυτό θα μπορούσε και η Ελλάδα να γίνει ανταγωνιστική χωρίς «μείωση μισθών» και «εξαθλίωση των εργαζομένων», αφού μια σειρά από σημαντικούς παράγοντες που βελτιώνουν την ανταγωνιστικότητα δεν απαιτούν μεγάλα οικονομικά μέσα, αλλά κυρίως πολιτική βούληση. Ενώ αυτή η χώρα έχει επιπλέον και το μεγάλο πλεονέκτημα της ύπαρξης ενός εξαιρετικού ανθρώπινου δυναμικού, με υψηλού επιπέδου εκπαίδευση.
Οι μύθοι των γελοίων εκπροσώπων του λαϊκισμού καταρρέουν εύκολα, λοιπόν, αλλά το κακό είναι ότι κανείς δεν προσπαθεί να βγάλει τους Έλληνες από την άγνοια στην οποία τους έχει βυθίσει η μανία καταδίωξης που τους χαρακτηρίζει. Η πολιτική αντιπαράθεση εξακολουθεί να βασίζεται σε απλή συνθηματολογία, πολύς κόσμος πιστεύει ότι απλά οι κακοί ξένοι «θέλουν το κακό μας», η Ελλάδα εξακολουθεί να βρίσκεται σε επίπεδο ανταγωνιστικότητας κάτω από χώρες όπως η Καμπότζη, η Μολδαβία και η Ναμίμπια κι εμείς εξακολουθούμε να επιχειρηματολογούμε γύρω από τα «μνημόνια». Γι' αυτό και η κρίση θα μας συντροφεύει για πολλά χρόνια ακόμα, ακόμα κι αν οι ξένοι αποφάσιζαν να μας χαρίσουν το σύνολο του χρέους μας...