«...τον τε μηδέν τώνδε μετέχοντα, ουκ απράγμονα, αλλ' αχρείον νομίζομεν...»

Κυριακή 23 Μαρτίου 2014

Το μάθημα της Ουκρανίας

Τα γεγονότα της Ουκρανίας είναι ένα πολύ καλό μάθημα για όσους -και στην Ελλάδα- ακολουθούν τυχοδιώκτες της πολιτικής και πιστεύουν ότι μια μικρή (ή και όχι τόσο μικρή) χώρα μπορεί να ασκεί πολιτική με λεονταρισμούς και ρήξεις απέναντι στις μεγάλες στρατιωτικές και οικονομικές δυνάμεις. Και είναι επίσης ένα πολύ καλό μάθημα για όσους πιστεύουν ότι στο διεθνή στίβο υπάρχουν «φίλοι», που θα σπεύσουν να σε υποστηρίξουν με ποταμούς χρημάτων αν χαλάσεις τις σχέσεις σου με τους συμμάχους σου. Είναι, τέλος, ένα πολύ καλό μάθημα για όσους ακόμα δεν καταλαβαίνουν ότι ο ακραίος εθνικισμός και οι ακροδεξιές ιδεολογίες και πρακτικές οδηγούν συνήθως σε καταστροφή τις χώρες που υποτίθεται ότι προστατεύουν κι ότι σε όλες τις χώρες υπάρχουν άθλιοι τυχοδιώκτες που παριστάνουν τους πατριώτες, αλλά προκειμένου να βρεθούν στην εξουσία δεν έχουν κανένα πρόβλημα να οδηγήσουν τις χώρες τους στην καταστροφή, ακόμα και σε απώλεια εδαφών.

Χαρακτηριστικό δείγμα του αμοραλισμού των μεγάλων δυνάμεων, που προκειμένου να προωθήσουν τα συμφέροντά τους δεν δίνουν δεκάρα τσακιστή για τις ζωές των ανθρώπων, το διεθνές δίκαιο και τις αξίες που υποτίθεται ότι εκπροσωπούν, η Ουκρανία έγινε το πεδίο μιας αντιπαράθεσης όπου κανένας δεν είχε δίκιο (με διαφορετικές διαβαθμίσεις ενδεχομένως), πέρα από τους καθημερινούς ανθρώπους που επιζητούσαν βελτίωση της ζωής τους. Και που τελικά αυτοί θα πληρώσουν τις συνέπειες της αντιπαράθεσης και θα δουν τις συνθήκες ζωής στη χώρα τους να γίνονται ακόμα χειρότερες, γιατί και οι ίδιοι δεν ήξεραν πού να βάλουν τις «κόκκινες γραμμές» απέναντι στις πολιτικές συμμορίες που εκμεταλλεύτηκαν την οργή τους.

Αν δει κανείς ψύχραιμα τα πράγματα, πέρα από ιδεοληψίες και προσωπικές συμπάθειες και αντιπάθειες, η Ουκρανία κυβερνιόταν από ένα εξαιρετικά διεφθαρμένο καθεστώς, το οποίο όμως είχε την ιδιομορφία ότι ήρθε στην εξουσία με ελεύθερες εκλογές, άρα είχε τη δημοκρατική νομιμοποίηση να κυβερνά και να παίρνει αποφάσεις. Ταυτόχρονα, η αντιπολίτευση που έβγαλε τον κόσμο στους δρόμους είχε στις τάξεις της αντίστοιχα διεφθαρμένους πολιτικούς, ορισμένοι από τους οποίους είχαν ήδη ασκήσει εξουσία και αποδοκιμαστεί εκλογικά, όπως επίσης και ακροδεξιούς τυχοδιώκτες και πρακτορίσκους ξένων συμφερόντων που είδαν μια καλή ευκαιρία για ν' αποκτήσουν εξουσία. Χαμένοι από χέρι ξεκίνησαν, λοιπόν, οι Ουκρανοί τις διαμαρτυρίες τους, ανάμεσα σε δύο συμμορίες που μόνο το καλό τους δεν ήθελαν. Δεύτερον, είναι καλό να διεκδικεί κανείς βελτίωση της ζωής του και να επιζητά συγκεκριμένες πολιτικές επιλογές, αλλά πρέπει να ξέρει και ποιος θα τις πληρώσει. Ο Γιανουκόβιτς δεν αρνήθηκε εξαρχής τη συμφωνία με την Ευρωπαϊκή Ένωση, αντίθετα συμφώνησε για στενότερες σχέσεις, αλλά η Ευρώπη του υποσχέθηκε ψίχουλα (λιγότερο από ένα δις ευρώ). Επειδή, λοιπόν, ήξερε ότι κυβερνάει μια χώρα χρεοκοπημένη, που την επόμενη χρονιά δεν θα είχε χρήματα για να πληρώσει ούτε το αέριο και το πετρέλαιο που χρειάζεται για να λειτουργήσει η βιομηχανία της και να μη ξεπαγιάσει ο λαός της, στράφηκε προς την καλύτερη προσφορά που του έγινε από τον Πούτιν (με δεδομένους όρους φυσικά και όχι από φιλανθρωπία) για χρηματοδότηση με 15 δις και για φτηνότερο αέριο.

Ο κόσμος που κατέβηκε στους δρόμους για να διαμαρτυρηθεί, έπεσε στην παγίδα να μην απομονώσει τους τυχοδιώκτες που επένδυσαν στην οργή του, αλλά να σταθεί δίπλα τους. Και το τεράστιο σφάλμα που έγινε ήταν ότι, αν και πέτυχαν αυτό που ζητούσαν αρχικά, με σύμφωνη γνώμη μάλιστα της Δύσης και της Ρωσίας, την πραγματοποίηση δηλαδή πρόωρων εκλογών με τις οποίες θα μπορούσαν να στείλουν τον Γιανουκόβιτς στο σπίτι του, παρέμειναν στους δρόμους λειτουργώντας ως ασπίδα για τους ακροδεξιούς τυχοδιώκτες που έκαιγαν και σκότωναν και δίνοντας δικαιολογία στους πραιτοριανούς του Γιανουκόβιτς να κάνουν τα ίδια. Η Δύση δεν έκανε τίποτα για να συγκρατήσει μια εκτροπή που λειτουργούσε προς όφελός της και όταν ο Γιανουκόβιτς έφυγε από το Κίεβο, αναγνώρισε τη βίαιη ανατροπή του, που φυσικά παραβιάζει ασύστολα το σύνταγμα για το οποίο τώρα κόπτονται Ευρωπαίοι και Αμερικανοί. Προκαλώντας μάλιστα τους Ρώσους, αφού μία από τις πρώτες αποφάσεις της νέας ηγεσίας ήταν η κατάργηση της ρωσικής γλώσσας ως επίσημης παράλληλα με την ουκρανική, ακόμα και στις περιοχές όπου οι Ρώσοι είναι πλειοψηφία. Κι εκεί ο Πούτιν, βλέποντας ότι η Δύση δεν ήταν αξιόπιστος συνομιλητής και θεωρώντας ότι απειλείται από ΝΑΤΟποίηση της Ουκρανίας, βρήκε ευκαιρία να προσαρτήσει την Κριμαία και να παραβιάσει τη συμφωνία που η Ρωσία είχε κάνει με την Ουκρανία όταν η τελευταία έγινε ανεξάρτητη, για εγγύηση της εδαφικής της ακεραιότητας προκειμένου να καταστρέψει το πυρηνικό της οπλοστάσιο.

Φυσικά οι κραυγές των Δυτικών περί παραβίασης του διεθνούς δικαίου είναι αστείες, όταν μόλις προ ετών έκαναν το ίδιο ακριβώς στο Κοσσυφοπέδιο, που αποσπάστηκε από τη Σερβία με νατοϊκή στρατιωτική επέμβαση και βομβαρδισμό της Σερβίας. Και φυσικά εξίσου αστείες είναι οι δικαιολογίες των Ρώσων περί νομιμότητας του δημοψηφίσματος στην Κριμαία και της απόσχισης της περιοχής από την Ουκρανία. Ας μη ξεχνάμε ότι τις ίδιες δικαιολογίες χρησιμοποιούν και οι Τούρκοι για τη βόρεια Κύπρο και φυσικά δεν τις δέχεται κανείς. Το θέμα είναι, ότι η περίπτωση της Ουκρανίας είναι μια ακόμα απόδειξη πως το «διεθνές δίκαιο» ισχύει μόνο για τους μικρούς και αδύναμους και μόνο όταν αυτό βολεύει τους ισχυρούς. Και πως όταν είσαι μικρός και ψαρεύεις σε θολά νερά, εσύ θα βγεις χαμένος, γιατί οι μεγάλοι θα πάρουν από σένα μόνο ότι χρειάζονται. Στην Ευρώπη αρκεί η δυτική Ουκρανία με τις τεράστιες καλλιεργήσιμες εκτάσεις, η Ρωσία χρειαζόταν την Κριμαία και την πήρε, τα λεφτά που υπόσχονται οι Δυτικοί στους Ουκρανούς θα τα δώσουν με σκληρούς όρους, ενώ οι Ρώσοι δεν θα τους χαριστούν όταν τον επόμενο χειμώνα χρειαστούν φυσικό αέριο και δεν θα έχουν να το πληρώσουν. Ο μαξιμαλισμός των διεκδικήσεων και η συμπόρευση με πολιτικούς τυχοδιώκτες, ποτέ δεν έφεραν καλά αποτελέσματα σε καμία χώρα. Και δυστυχώς η Ουκρανία θα είναι ένα ακόμα παράδειγμα γι' αυτό για πολλά χρόνια...